ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΛΟΓΙΚΗ, ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΗ ΚΑΙ ΔΙΚΑΝΙΚΗ ΑΝΑΚΡΙΤΙΚΗ

Η ιστορία και η φύση της Ανακριτικής - Τα θεσμικά και μη, όργανα της ανάκρισης 10 ξη 10 , την απογραφή και την γραφή 11 , που όλες ομού προϋπόθεταν την καταγγε- λία μιας παράνομης πράξης και η οποία καταγγελία , έθετε σε κίνηση την ποινική δίωξη. Εξαρτώμενες από τις δημοτικές αγωγές υπήρξαν η διωμοσία και η αντωμο- σία , οι οποίες συνιστούσαν τυπικά μέσα απόδειξης και οδήγησαν στην ίδρυση από τον Σόλωνα της Ηλιαίας (ιδίως για τα εγκλήματα αίματος), που αναπλήρωσε στις δικαστικές της αρμοδιότητες, τον άρχοντα - βασιλέα και τους 51 εφέτες. Η ποι- νική δίωξη των εγκλημάτων, ασκούνταν -ουσιαστικά- από την πόλη , στο όνομα του θύματος, η οποία επέτρεπε την άσκηση ιδιωτικών ποινικών αγωγών ( δίκαι ) και ποινικών αγωγών δημοσίων ( γραφαί ). Οι ιδιωτικές ποινικές αγωγές παραχω- ρούνταν για τη δίωξη εγκλημάτων, που παρέβλαπταν ιδιωτικά συμφέροντα, ενώ η άσκησή τους επέφερε τελικά την επιβολή χρηματικών ποινών. Οι δημόσιες ποι- νικές αγωγές προβλέπονταν για την τιμωρία βλαπτικών πράξεων, δημόσιου χα- ρακτήρα. Οι δίκες και οι γραφές, κατατάσσονταν ανάλογα με τον άρχοντα, στον οποίο -καθ’ ύλην- υπάγονταν, ήτοι ο βασιλέας με αρμοδιότητα στη δίκη φόνου ή τραύματος εκ προνοίας (αγωγή για απόπειρα ανθρωποκτονίας), οι τεσσαράκοντα, στην αρμοδιότητα των οποίων υπάγονταν, η δίκη αικίας (αγωγή για τραύματα), η δίκη κακηγορίας δηλ. η αγωγή για τέλεση δυσφήμισης και η δίκη βλάβης. Οι γρα- φές , υπάγονταν στην αρμοδιότητα του επώνυμου άρχοντα, ήτοι, η γραφή κακώσε- ως ορφανών, η γραφή κακώσεως γονέων, επικλήρων, η γραφή αργίας και παρα- νοίας (λ.χ. σε περιπτώσεις παραφροσύνης ή ασωτείας ορισμένου ατόμου). Τέλος, οι θεσμοθέτες, είχαν ποινική αρμοδιότητα επί παρανόμων πράξεων, κατά ιδιωτών και κατά του συνόλου. Σε αυτούς υπάγονταν η γραφή κλοπής δημοσίων και ιερών, η απλή γραφή κλοπής, η γραφή μοιχείας και η γραφή ύβρης. – Η εμφάνιση των μαρτύρων στην ανάκριση υπήρξε υποχρεωτική, προκειμένου να δηλώσουν επιβεβαίωση της μαρτυρίας τους στο δικαστήριο, ενώ σε περίπτωση άρνησης μιας τέτοιας δήλωσης, η προκειμένη μαρτυρική κατάθεση δεν γινόταν δε- κτή. Συνήθως, ακολουθούσε ενόρκως παραίτηση, η οποία ονομαζόταν εξωμοσία . Η εν λόγω εξωμοσία δεν ισοδυναμούσε με ένορκη άγνοια, αλλά με απλή αντιπα- 10. Η ένδειξις ήταν καταγγελία (μορφή εγκλήσεως) εναντίον προσώπων για παραβάσεις νομίμων απαγορεύσεων, που είχαν επιβληθεί σε αυτούς είτε λόγω καταδίκης με κύρια ή παρεπόμενη ποινή είτε λόγω υποδικίας. Έτσι λ.χ. μηνύονταν με ένδειξη εκείνοι που ασκού- σαν τα πολιτικά τους δικαιώματα, ενώ τα στερούνταν λόγω ποινικής καταδίκης ή αντιποιού- νταν την χρήση τους ξένοι - μέτοικοι κ.λπ . Αριστοτ. Αθηναίων Πολιτεία 43 - Δημοσθ. Κατά Αριστοκράτους 51-52 - Ο ίδιος , κατά Τιμοκράτους 50, Υπερείδ. κατά Αθηνογένους Α΄ 29 - Πολυδ. Η. 49 - Αριστοφ. Ιππείς 278. 11. Το κυριότερο είδος έγκλησης, που υποβαλλόταν στους άρχοντες και ειδικότερα, στους θεσμοθέτες, στον επώνυμο άρχοντα, που ήταν αρμόδιος για τις γραφές που σχετίζονταν με αδικήματα σε βάρος ορφανών, χηρών, επικλήρων κ.λπ . Ο βασιλεύς, δεχόταν γραφές που σχετίζονταν με αδικήματα εναντίον της θρησκείας και ο πολέμαρχος, δεχόταν γραφές που αφορούσαν παραβάσεις στρατιωτικών υποχρεώσεων. Αριστοτ. Αθηναίων Πολιτεία 56-57 και 59 - Ισοκράτους κατά Λοχίτου 2 - Δημοσθ. κατ΄Νεαίρας 16 και 66 – Ο ίδιος , κατά Στεφά- νου Α΄ 4 - Λυσία VI 11.

RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=