ΜΕΡΟΣ B’ - ΕΝΑΡΜOΝΙΣΗ ΚΑΙ ΑΜΟΙΒΑIΑ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΤΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ
289
και η αναδιατυπωμένη Τραπεζική Οδηγία.
959
Η Οδηγία για τις κεφαλαιακές απαιτή-
σεις αποσκοπεί στη δημιουργία ενός ενιαίου πλέγματος κανόνων για την κεφαλαι-
ακή επάρκεια των τραπεζών που ενσωματώνει το Πλαίσιο της Βασιλείας ΙΙ. Το πε-
δίο εφαρμογής της δεν περιορίζεται μόνο στα πιστωτικά ιδρύματα (τράπεζες), αλλά
καλύπτει και χρηματοδοτικές εταιρίες συμμετοχών ή μικτές εταιρίες συμμετοχών
που ελέγχουν μία ή περισσότερες θυγατρικές που είναι ασφαλιστικές εταιρίες ή άλ-
λου είδους επιχειρήσεις που προσφέρουν επενδυτικές υπηρεσίες, άρα εφαρμόζεται
και στους τρεις τομείς των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών. Βάσει του άρθρου 23,
επιτρέπεται η άσκηση διασυνοριακών δραστηριοτήτων τόσο με την εγκατάσταση
υποκαταστήματος όσο και με την παροχή υπηρεσιών από κάθε χρηματοπιστωτι-
κό ίδρυμα που έχει λάβει άδεια λειτουργίας και εποπτεύεται από τις αρμόδιες αρ-
χές ενός άλλου κράτους-μέλους, εφόσον οι δραστηριότητες αυτές καλύπτονται από
την άδεια λειτουργίας. Η χρήση του ευρωπαϊκού διαβατηρίου διευκολύνεται μέσα
από διατάξεις της Οδηγίας για τις κεφαλαιακές απαιτήσεις που αμβλύνουν τις δι-
αφορές μεταξύ των τραπεζικών νομοθεσιών των κρατών-μελών και επιβάλλουν
περιορισμούς στα μέτρα που μπορούν να λάβουν τα κράτη-μέλη υποδοχής ένα-
ντι τραπεζικών ιδρυμάτων που εισέρχονται στην αγορά τους. Η προληπτική επο-
πτεία των τραπεζών αποτελεί αρμοδιότητα του κράτους-μέλους καταγωγής βάσει
του άρθρου 40. Όσον αφορά τα υποκαταστήματα τραπεζών σε κράτη-μέλη πέραν
του κράτους της καταστατικής τους έδρας, οι αρμόδιες εποπτικές αρχές του κρά-
τους-μέλους υποδοχής διατηρούν περιορισμένες εξουσίες για τη λήψη μέτρων επο-
πτείας της ρευστότητας των υποκαταστημάτων, εφόσον τα μέτρα αυτά δεν προ-
βλέπουν άνιση ή περιοριστική μεταχείριση.
960
Στην περίπτωση ομίλων, η εποπτεία
σε ενοποιημένη βάση ασκείται από τις αρμόδιες αρχές του κράτους-μέλους κατα-
γωγής (που χορήγησαν το ευρωπαϊκό διαβατήριο στον όμιλο), μαζί με τον συντονι-
σμό της συγκέντρωσης και της διαβίβασης συναφών ή ουσιωδών πληροφοριών και
τον προγραμματισμό και συντονισμό των εποπτικών δραστηριοτήτων τόσο σε πε-
ρίοδο ομαλής λειτουργίας όσο και σε περίπτωση κρίσης.
961
Η αμοιβαία αναγνώριση
και η αρχή του κράτους-μέλους προέλευσης στηριζόταν στην ελάχιστη εναρμόνιση.
Στο προοίμιο μάλιστα της Οδηγίας 2006/48/ΕΚ επισημαινόταν ως σκόπιμη “μόνον
η επί της ουσίας εναρμόνιση που είναι αναγκαία και ικανή για την εξασφάλιση της
αμοιβαίας αναγνώρισης των αδειών λειτουργίας και των συστημάτων προληπτι-
κού ελέγχου ώστε να καταστεί δυνατή η εφ’ άπαξ χορήγηση άδειας λειτουργίας που
να ισχύει σε όλη την Κοινότητα και η εφαρμογή της αρχής του ελέγχου από το κρά-
τος-μέλος καταγωγής”. Ρυθμιστική ευελιξία παρέχεται για την εφαρμογή στοιχείων
του πρώτου πυλώνα, όπως, για παράδειγμα, οι ορισμοί των αρχικών και πρόσθε-
των ίδιων κεφαλαίων, που δεν ήταν άμεσα εκτελεστοί και άρα τα κράτη-μέλη μπο-
959. Οδηγία 2006/48/EK του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου
2006, σχετικά με την ανάληψη και την άσκηση δραστηριότητας πιστωτικών ιδρυμάτων
(EEΕΕ L αριθ. 177 της 30.6.2006, σελ. 1-200).
960. Άρθρο 41, πρώτο και τρίτο εδάφιο Οδηγίας 2006/48/ΕΚ. Στο άρθρο 42 προσδιορίζεται η
υποχρέωση των αρμόδιων εθνικών αρχών να συνεργάζονται στενά για την εποπτεία της
δραστηριότητας πιστωτικών ιδρυμάτων, ιδίως μέσω υποκαταστημάτων.
961. Άρθρο 129 της Οδηγίας 2006/48/ΕΚ.