ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ 16 Tέλος, σε αντίθεση με ό,τι ισχύει με τις χρηματικές οφειλές, ο υπερήμε- ρος ασφαλιστής, πέραν της θετικής ζημίας του δανειστή/λήπτη της ασφάλισης και πλέον των τόκων υπερημερίας που του οφείλει, (ως οφειλέτης χρηματικής οφειλής κατά το αστικό δίκαιο), μπορεί να υποχρεωθεί και για τις τυχόν έμμε- σες ζημιές αυτού, που συνδέονται με πρόσφορη αιτιώδη συνάφεια, γιατί το ασφάλισμα είναι το αντικείμενο της παροχής του ασφαλιστή και επιτελεί έναν ηθικά φορτισμένο ρόλο που ξεφεύγει από τις συνήθεις χρηματικές οφειλές του Αστικού Κώδικα, που είναι οι σε χρήμα εκφράσεις διαφόρων υποχρεώσεων. Η άγνοια των γενικών αρχών του ειδικού αυτού δικαίου, όπως και των ως άνω διαφορών που αναφέραμε δειγματοληπτικά οδηγεί σε ανατροπή της βά- σης αυτού (του ασφαλιστικού δικαίου). 1.8. Η ορολογία και βιβλιογραφία του ασφαλιστικού δικαίου Προϋπόθεση για την καλύτερη κατανόηση και ορθή εφαρμογή του ασφαλι- στικού δικαίου είναι η κατοχή και εφαρμογή της ειδικής ορολογίας που έχει ει- σαγάγει η βασική νομοθεσία ( ΑσφΝ ). Έννοιες όπως ο λήπτης της ασφάλισης , ο ασφαλισμένος, το ασφάλισμα , το ασφαλιστικό ποσό , η ασφαλιστική περίο- δος , η ασφαλιστική ζημιά , η ασφαλιστική επιχείρηση , ο ασφαλιστής , ο ασφα- λιστικός κίνδυνος , η ασφαλιστική περίπτωση , το ασφαλιστήριο , οι ασφαλι- στικοί όροι , ο διαμεσολαβών στην ιδιωτική ασφάλιση κ.λπ ., πρέπει να χρησιμοποιούνται σύμφωνα με το περιεχόμενο που τους δίδει ο ΑσφΝ και να μη χρησιμοποιούνται για τις ίδιες έννοιες άλλες λέξεις, ξένες προς την ειδική ορολογία του ασφαλιστικού δικαίου, οι οποίες δυστυχώς απαντώνται σε διά- φορα νομοθετήματα που μεταφέρουν χωρίς επεξεργασία ελληνική απόδοση ενωσιακών κειμένων ή σε περιθωριακά νομοθετήματα του γνωστικού αυτού αντικειμένου. Όταν χρησιμοποιούμε χωρίς διάκριση τη λέξη λήπτης της ασφάλισης, ανα- φερόμαστε στον λήπτη που είναι και ασφαλισμένος, δηλ. έχει ασφαλίσει το δικό του συμφέρον, πράγμα που μπορούμε να πούμε ότι είναι ο κανόνας. Αν σε κάποια βιοτική σχέση ή σε κάποια ρύθμιση λήπτης και ασφαλισμένος είναι διαφορετικά πρόσωπα, γιατί ο λήπτης έχει ασφαλίσει, όχι τον εαυτό του, αλλά άλλο πρόσωπο, γίνεται πάντα σχετική μνεία και διάκριση. Όταν αναφέρου- με χωρίς διάκριση τη λέξη ασφαλιστής, αναφερόμαστε στην πρωτασφαλιστι- κή επιχείρηση. Τα νεώτερα ελληνικά νομικά βιβλία με αντικείμενο γενικότερα ζητήματα ασφαλιστικού δικαίου που βασίζονται στο ισχύον δίκαιο είναι τα εξής: Αργυρι- άδη/Χατζηνικολάου-Αγγελίδου/Σκαλίδη, Στοιχεία ασφαλιστικού δικαίου, 5η έκδ. 2007 (σελ. Ι-ΧΧVII+1-181)· Γ. Αθανασιάδη, Σύμβαση ιδιωτικής ασφάλι- σης, 2006 (σελ. I-XVI+1-310)· Γ. Βελέντζα, Δίκαιο της ιδιωτικής ασφάλισης, 2η έκδ. 2007 (σελ. 1-384)· Λ. Γεωργακόπουλου, Εγχειρίδιο εμπορικού δικαίου, Τομ. 2ος, Τεύχ. 2ο, Δ, 2η έκδ. 2002 (σελ. Ι-Χ+835-1169)· Β. Κιάντου, Ασφαλι- στικό δίκαιο, 9η έκδ. 2005 (σελ. Ι-ΧL+1-609)· Ι. Ρόκα, Ιδιωτική ασφάλιση, 11η 15 16

RkJQdWJsaXNoZXIy NDg3NjE=