ΛΑΤΙΝΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ ΝΟΜΙΚΩΝ ΟΡΩΝ ΚΑΙ ΕΚΦΡΑΣΕΩΝ - page 26

10
adactio
admissus
– ad quod damnun
σύμφωνα με τη
βλάβη, κατ΄ αναλογίαν με τη βλάβη, (η
αποζημίωση)
– ad quod non fuit responsum
στο
οποίο δεν δόθηκε απάντηση, (διαλαμ-
βάνεται ως έκφραση στον σχολιασμό
δικαστικών αποφάσεων)
– ad refellendum adversarium
προς
έλεγχο εκ του αντιθέτου, επιχείρημα εξ
αντιδιαστολής
– ad referendum
με επιφύλαξη, επί συμ-
φωνιών ή συνθηκών με την επιφύλαξη
μεταγενέστερης επικύρωσης τους
– ad rem
στο πράγμα, επακριβώς
– ad similia procedere
διασταλτική (ή
αναλογική) ερμηνεία βασισμένη στην
ομοιότητα των πραγματικών περιστα-
τικών
– ad solemnitatem
προς σύσταση, πα-
νηγυρικά, δημόσια, συστατικός τύπος
– ad substatiam
κατ΄ ουσία, ουσιαστικά
– ad tristempartem strenuat suspicio
σε βάρος του άτυχου μέρους ενεργεί
(στρέφεται), η υποψία
– ad ultimum
τελικά, εν κατακλείδι
– ad usum
κατά χρήση, κατ΄ έθιμο
– ad utrumque paratus
προετοιμασμέ-
νος και για το ένα και για το άλλο ενδε-
χόμενο
– ad valorem
σύμφωνα με την αξία
– ad verbum
κατά λέξη
– ad vitam
ισοβίως
adactio
προσαγωγή
– adactio juris jurandi
επαγωγή όρκου
adaequatio intellectus et rei
επικοι-
νωνία, (αντιστοίχιση), νου και πραγματι-
κότητας, (ένας εκ των ορισμών της αλή-
θειας)
adcitatio
προσεπίκληση
addico in publicam
δημεύω
addictio
η επιδίκαση, η κατακύρωση
additamentum
επίδομα
ademptio
ανάκληση, κατάργηση, αφαί-
ρεση
adeohereditatem
υπεισέρχομαιστηνκλη-
ρονομία
adfinitas
αγχιστεία
adgnatio
η συγγένεια εξ αρρενογονίας
adiectiones
οι προσθήκες
adigo arbirtum
καλώδιαιτητή
adimpleo fidem
τηρώυπόσχεση
aditio
αποδοχή, προσέλευση, υπεισέλευ-
ση
aditus
πρόσβαση, προσπέλαση
adjactio
προσβολή
adjectio
υπερθεματισμός
adjudicaticio
επιδίκαση, προσκύρωση.
Tμήμα της formula (Demonstratio, Inten-
tio, Adjudicatio, Condemnatio), η οποία
χαρακτηρίζει την απόφαση του δικαστή
στη δίκη διανομής
adjumentum
ωφέλημα
adjungo aliquid alicui
προσάπτω
– adjungo crimen ad
αποδίδω κατηγο-
ρία σε κάποιον
adjuro
ορκίζομαι, βεβαιώνωμε όρκο
adjutus
σύμπραξη
adluvio
πρόσχωση
administratio
διαχείριση
administrator
(δια)χειριστής
admiratio
θαυμασμός
admissum
αδίκημα, πλημμέλημα
admissus
παραδεκτός
1...,16,17,18,19,20,21,22,23,24,25 27,28,29,30
Powered by FlippingBook