ΠΡΟΛΟΓΟΣ
XI
νουν την κεντρική ρυθμιστική παρέμβαση στον τομέα των χρηματοπιστωτικών
υπηρεσιών. Αναζητούνται επίσης στοιχεία συνέχειας και εντοπίζονται οι νομοθε-
τικές προτάσεις που έγιναν πολιτικά αποδεκτές στην παρούσα συγκυρία, ενώ εί-
χαν απορριφθεί ως μη αποδεκτές σε προηγούμενες, λιγότερο ώριμες, φάσεις της
ολοκλήρωσης των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών.
Λαμβάνεται περαιτέρω ειδική μέριμνα αναφορικά με την απεικόνιση της ιστο-
ρικής διαδρομής της ενοποιητικής διαδικασίας για τη δημιουργία του ευρωπαϊ-
κού χρηματοπιστωτικού χώρου, με σημείο εκκίνησης τον πλήρη κατακερματισμό
των χρηματοπιστωτικών συστημάτων των κρατών-μελών της ΕΕ. Αναλύεται ει-
δικότερα η αλληλένδετη χρήση των ρυθμιστικών εργαλείων στο προϊσχύσαν ευ-
ρωπαϊκό χρηματοπιστωτικό δίκαιο και σε διαφορετικά στάδια της ευρωπαϊκής
ολοκλήρωσης, ορθά δε και υπό την επίδραση των συναφών εξελίξεων στο διε-
θνές χρηματοπιστωτικό δίκαιο.
Ένδειξη της αξίας του βιβλίου είναι, μεταξύ άλλων, η τυπολογία των μεθόδων
εναρμόνισης βάσει της οποίας διαπιστώνεται η διαφοροποίηση της έκβασης της
διαδικασίας ρύθμισης, ενώ σε συνάρτηση με τον βαθμό της εναρμόνισης τεί-
νει να διαφοροποιείται και η εφαρμογή της αμοιβαίας αναγνώρισης. Η εναλλα-
γή των μεθόδων εναρμόνισης αναδεικνύεται μέσα από τη μελέτη των νομοθετι-
κών πράξεων που υιοθετήθηκαν στο χρηματοπιστωτικό σύστημα, και ειδικότε-
ρα στον τομέα της κεφαλαιαγοράς, για την επίτευξη στόχων πέραν της ενιαίας
αγοράς και της εξάλειψης των περιορισμών στην άσκηση των θεμελιωδών ελευ-
θεριών.
Γ.
Έχοντας παρακολουθήσει εκ του σύνεγγυς την ερευνητική προσπάθεια της
συγγραφέως, εκτιμώ ότι επιχειρεί, μεταξύ άλλων, να αναδείξει ότι το «νέο» ευ-
ρωπαϊκό δίκαιο της κεφαλαιαγοράς μπορεί να ανταποκριθεί αποτελεσματικότε-
ρα τόσο στα αιτήματα για διασφάλιση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας,
της ακεραιότητας και της ομαλής λειτουργίας των χρηματοπιστωτικών αγορών,
και για την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των επενδυτών και των καταναλω-
τών στο χρηματοπιστωτικό σύστημα, όσο και στο γενικότερο στόχο της εδραίω-
σης της ευρωπαϊκής χρηματοπιστωτικής ολοκλήρωσης. Σκοπός της, βέβαια, δεν
ήταν μια οικονομική ανάλυση του εν λόγω κλάδου του δικαίου, σε όρους απο-
τελεσματικότητας. Κατά συνέπεια, βασίζεται στην (εύλογη) παραδοχή ότι η δια-
μόρφωση ενός εκτενούς και συστηματικά δομημένου ρυθμιστικού πλαισίου μπο-
ρεί να επιτύχει αυτούς τους στόχους (ιδίως δε του πρώτου).
Συμμερίζομαι καταρχάς αυτήν την άποψη. Φροντίζω όμως πάντοτε να επιση-
μαίνω ότι η επίτευξη των στόχων της ρύθμισης στο χρηματοπιστωτικό σύστη-
μα δεν είναι μόνο συνάρτηση της αρτιότητας των κανόνων, αλλά και (κυρίως
δε κατά την προσωπική μου άποψη) της αποτελεσματικότητας της προληπτι-
κής εποπτείας που ασκείται στους φορείς παροχής χρηματοπιστωτικών υπηρε-
σιών και του κυρωτικού πεδίου (προβληματική που σαφώς εκφεύγει του σκοπού
του παρόντος έργου). Με βεβαιότητα δε εκτιμώ επιπλέον ότι η καθιέρωση ενός
εκτενούς ρυθμιστικού πλαισίου μπορεί να δημιουργεί απλώς και μόνον την αί-
σθηση ορθής παρέμβασης, εφόσον οι κανόνες, αν και διεξοδικοί, δεν έχουν πε-