Previous Page  17 / 20 Next Page
Information
Show Menu
Previous Page 17 / 20 Next Page
Page Background

17

«Της έλεγα ένα ανέκδοτο» είπε ο Αντώνης. «Θέλετε στ’

αλήθεια να το ακούσετε;» Η δασκάλα κούνησε καταφα-

τικά το κεφάλι. Το αγόρι το είπε και όλοι ξεκαρδίστηκαν,

η κυρία Τασούλα όμως παρέμεινε -με πολύ κόπο είναι η

αλήθεια- απαθής και έπνιξε τα γέλια της. Δεν ήθελε να κα-

ταλάβουν τα παιδιά ότι ήταν κι αυτή ένα παιδί στην καρ-

διά, γιατί φοβόταν πως θα την εκμεταλλεύονταν. Όταν

όμως χτύπησε το κουδούνι, έτρεξε στο γραφείο των δα-

σκάλων, έκλεισε την πόρτα κι άρχισε να γελάει μέχρι που

δάκρυα κύλησαν απ’ τα μάτια της...

Την ίδια ώρα στο κυλικείο, ένα «Ωχ!» ξέφυγε απ’ την

Κάλλια με το που πλήρωσε και πήρε το κρουασάν της.

«Έχω κάτι πολύ ενδιαφέρον να σου πω» είπε στον Αντώνη.

«Πες μου ότι είναι δουλειά για τους ”Αδιάφθορους”!»

χαμογέλασε όλο προσμονή αυτός.

«Μπορεί. Άκου: Θυμάσαι που πριν από κάνα μήνα

είχα πάρει απ’ το κυλικείο ένα κρουασάν που αφού το

έφαγα είδα ότι έγραφε πως είχε λήξει πέρσι; Κι όλο το

βράδυ έκανα εμετούς και την άλλη μέρα πήγα και το είπα

στον κύριο Ηλία, του κυλικείου».

«Ναι. Καλά λες... Το θυμάμαι. Και σου είχε ζητήσει συγ-

γνώμη και σε είχε παρακαλέσει να μην το πεις στον διευ-

θυντή, λέγοντάς σου ότι δεν θα ξαναγίνει... Ε... ωραία ! Τι;

Ξανάγινε;»

«Ναι, δες». Το κορίτσι του έδειξε την ημερομηνία λήξης.

«Δεν είμαι σίγουρος ότι είναι δουλειά για τους ”Αδιά-

φθορους“ αυτό...» είπε ο Αντώνης διστακτικά. «Θέλω να

πω, σιγά το πράγμα, για ένα κρουασάν και λίγους εμε-

τούς...»