

XIV
μος. Η ενότητα ολοκληρώνεται με δύο «ειδικούς αστικούς» νόμους εμβληματι-
κούς της νομοθετικής παραγωγής της Δημοκρατίας: ο περί Ενοικιοστασίου Νό-
μος αντιπροσωπεύει τη μετααποικιακή περίοδο και ο περί Καταχρηστικών Ρη-
τρών Νόμος την ευρωπαϊκή περίοδο και το μεγάλο εγχείρημα προσαρμογής του
κυπριακού δικαίου στην εξελισσόμενη ευρωπαϊκή ολοκλήρωση. Το δίκαιο των
συμβάσεων υπό ευρεία έννοια συμπληρώνεται από την τελευταία ενότητα του
έργου, αφιερωμένη στο εργατικό δίκαιο· καλύπτεται έτσι στο παρόν έργο και η
δικαιοδοσία των δύο βασικών ειδικών δικαστηρίων (tribunals), δηλαδή Ελέγχου
Ενοικιάσεων και Εργατικών Διαφορών.
Πληρότητα στα συμπεριλαμβανόμενα νομοθετήματα χαρακτηρίζει τις επόμενες
ενότητες. Οικογενειακό και κληρονομικό δίκαιο αφορούν στο λεγόμενο δίκαιο
των προσώπων: αμφότεροι κλάδοι αναδεικνύουν, για διαφορετικούς λόγους
έκαστος, τον ιδιαίτερο χαρακτήρα του κυπριακού δικαίου. Το ίδιο ισχύει και για
το δίκαιο της λεγόμενης ακίνητης ιδιοκτησίας (land law), του οποίου τα σχετι-
κά νομοθετήματα έτυχαν ευρέων αλλαγών τα τελευταία χρόνια. Εκεί που υπήρ-
ξε ωστόσο η μεγαλύτερη επίπτωση είναι στην επόμενη ενότητα, που αποκαλού-
με «Δίκαιο Επιχειρήσεων»
4
. Τόσο ο περί Εταιρειών Νόμος, που καταλαμβάνει το
1/5 σχεδόν της παρούσας έκδοσης, όσο και ο περί Πτωχεύσεως Νόμος, ο οποίος
εκσυγχρονίστηκε σε σημαντικό βαθμό τα τελευταία χρόνια και προσέλκυσε αυ-
ξημένο ενδιαφέρον, υπέστησαν δραματικές αλλαγές εν όψει της ανάγκης ενσω-
μάτωσης του ευρωπαϊκού παραγώγου δικαίου, αλλά φέρουν επίσης τα σημάδια
της νομικής αντιμετώπισης της πρόσφατης οικονομικής κρίσης.
Οι εκτεταμένες και όχι πάντα συστηματικές νομοθετικές αλλαγές των τελευταίων
ετών καθιστούν ακόμη πιο σημαντική τη σκοπιμότητα της παρούσας επικαιρο-
ποιημένης και ελεγμένης κριτικής έκδοσης της
Βασικής Κυπριακής Νομοθεσίας
.
Κύριες πηγές της έκδοσης, για τις οποίες είμαστε ευγνώμονες, αποτέλεσαν η ανοι-
κτής πρόσβασης ψηφιακή βάση νομοπληροφορικής CyLaw και οι εκδόσεις του
Τυπογραφείου της Δημοκρατίας· αλλά ο εντοπισμός, ο διπλός έλεγχος των αλλα-
γών και η κριτική επεξεργασία του κειμένου αποτέλεσαν μια χρονοβόρο διαδι-
κασία για την οποία ευχαριστώ ιδιαιτέρως την επιστημονική ομάδα της Νομικής
4. Ο όρος επιλέχθηκε για να τονιστεί το πολυσύνθετο της θεσμικής οργάνωσης, και διαχείρισης, της
επιχειρηματικότητας στην Κύπρο. Στο αγγλικό Κοινοδίκαιο διακρίνεται το δίκαιο των εμπορικών
συναλλαγών (commercial law), το οποίο αποτελεί ειδικό μέρος του δικαίου των συμβάσεων, από
το εταιρικό δίκαιο (company law). Αμφότερα τα καλύπτει ο όρος business law. Αντίθετα με την
Ελλάδα, που έχει κληρονομήσει την γερμανική εμμονή του 19ου αιώνα σε διάκριση αστικού και
εμπορικού δικαίου, η αντίθεση αυτή δεν υφίσταται στο αγγλικό Κοινοδίκαιο. Θα μπορούσαμε
συνεπώς να μιλήσουμε για εμπορικό δίκαιο εν στενή εννοία (commercial law) και εμπορικό δί-
καιο εν ευρεία εννοία (business law), αντίστοιχο με αυτό που αποκαλείται στην Ελλάδα εμπορικό
δίκαιο, που περιλαμβάνει τρεις πυλώνες: δίκαιο των εμπορικών συναλλαγών, δίκαιο των εταιρει-
ών και εν γένει της επιχείρησης και ρυθμιστικό δίκαιο.