8
καίου και της αγγλικής πρακτικής. Ενδεικτική των κενών αυτών εί-
ναι η σχεδόν ταυτόχρονη με τον Κ.Ι.Ν.Δ. υιοθέτηση ειδικού νομο-
θετήματος για την προτιμώμενη υποθήκη (ΝΔ 3899/1958), για να
τονώσει τις εγγυήσεις του προσφεύγοντος στη διεθνή χρηματαγο-
ρά ελληνικού πλοίου. Το νομοθέτημα αυτό, μεγάλο μέρος του οποί-
ου βρίσκεται σε αχρησία εξαιτίας της κύρωσης διεθνών συμβάσε-
ων, χρήζει άμεσης επικαιροποίησης. Νομοπαρασκευαστικές προ-
σπάθειες προς την κατεύθυνση αυτή είχαν επανειλημμένως ξεκινή-
σει στο παρελθόν, υπό την προεδρία του αείμνηστου Καθηγητή Α.
Αντάπαση, χωρίς να ευοδωθούν. Ο εφαρμοστής του δικαίου πρέ-
πει, σε κάθε περίπτωση, να ελέγχει αν η κρίσιμη διάταξη του Κ.Ι.Ν.Δ.
έχει σιωπηρώς καταργηθεί από αυξημένης τυπικής ισχύος κανόνα
διεθvούς δικαίου, που έχει κυρώσει η χώρα μας. Στην ενότητα των
εθνικών νομοθετημάτων περιλαμβάνονται επίσης: το προαναφερ-
θέν ΝΔ 3899/1958 για την προτιμώμενη υποθήκη, οι ειδικές διατά-
ξεις που διέπουν την νηολόγηση και το καθεστώς των πλοίων ως κε-
φαλαίων εξωτερικού, και τώρα στη β΄ έκδοση, ο Ν. 959/79 για τη
ναυτική εταιρεία.
Οι διεθνείς συμβάσεις έχουν κεντρική θέση στη συλλογή: αφενός δι-
ότι καταλαμβάνουν προοδευτικά όλο και μεγαλύτερο τμήμα του ελ-
ληνικού δικαίου (η χώρα μας εμφανίζει τα τελευταία χρόνια αυξημέ-
νη ευαισθησία στην κύρωση διεθνών ναυτικών συμβάσεων), αφε-
τέρου διότι ρυθμίζουν θεσμούς-πυλώνες στο ναυτικό πεδίο. Οι δι-
εθνείς συμβάσεις κατηγοριοποιούνται θεματικά, από το γενικότερο
στο ειδικότερο: θαλάσσια μεταφορά, περιορισμός ευθύνης, ρύπαν-
ση, συντηρητική κατάσχεση, θαλάσσια αρωγή και σύγκρουση (στη
β’ έκδοση), ναυτεργασία. Επειδή η πλειονότητα αυτών έχει επανει-