
8
στην έννοια του «δημοσίου τομέα», καθώς δεν ανήκουν στο πρόσωπο
του Δημοσίου, ούτε, βεβαία, επιτελούν κρατικούς σκοπούς. Αντίθετα, οι,
μεν, ιδιωτικές Τράπεζες στοχεύουν στην αύξηση των κερδών των μετό-
χων τους, με την επικερδή επένδυση των κεφαλαίων που συγκεντρώνουν
και την είσπραξη τόκων από τα δάνεια που χορηγούν, τα, δε, νομικά πρό-
σωπα ιδιωτικού δικαίου εξυπηρετούν τους καταστατικούς σκοπούς τους,
ενώ τα χρήματα των επιχορηγήσεων που λαμβάνουν μεταβιβάζονται κατά
κυριότητα στα πρόσωπα αυτά από το Δημόσιο
κ.λπ. Για τον λόγο αυτό,
προκρίνεται η τροποποίηση του άρθρ. 263Α ΠΚ, ώστε να περιλαμβάνονται
σ’ αυτό μόνον οι δημόσιες Τράπεζες με κατάργηση της περ. ε΄, προκειμέ-
νου αυτό να εναρμονίζεται με το άρθρ. 51 παρ. 1 του Ν 1892/1990, με το
οποίο οριοθετείται η έννοια του «δημοσίου τομέα».
Στην εννοιολογική προσέγγιση της «δημόσιας περιουσίας» με την ορ-
γανική της έννοια, ως στοιχείου της αντικειμενικής υπόστασης του εγκλή-
ματος της απιστίας σχετικής με την υπηρεσία, με αναλυτική παράθε-
ση των θέσεων της θεωρίας και της νομολογίας, ιδίως μετά την ΟλΑΠ
2/2009, και με προσφυγή στο συνταγματικό και στο διοικητικό δίκαιο
(π.χ. άρθρο 1 παρ. 5 και 15 Ν 3429/2005), προτείνεται η αποδοχή ως δη-
μόσιας περιουσίας κάθε φορέα που αναγράφεται στο Μητρώο Υπηρεσιών
και Φορέων της Ελληνικής Διοίκησης του Υπουργείου Διοικητικής Μεταρ-
ρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, υιοθετώντας, περαιτέρω, την
άποψη για τροποποίηση του άρθρου 263Α ΠΚ, ώστε να συμβαδίζει με το
άρθρο 51 παρ. 1 του Ν 1892/1990. Η θέση της μελέτης είναι αντίθετη με
την υιοθέτηση από τη νομολογία του κριτηρίου της συμμετοχής του Δη-
μοσίου είτε στη διοίκηση είτε στο μετοχικό κεφάλαιο ανώνυμης εταιρίας,
και με προσφυγή σε αρχές του εταιρικού δικαίου, προτείνεται η υιοθέτη-
ση της «αρχής του διαχωρισμού» ή της «αρχής του χωρισμού της εταιρι-
κής περιουσίας από την ατομική περιουσία των μετόχων». Ειδικότερα, με
επιχείρημα από το ίδιο το άρθρο 256 ΠΚ, το οποίο αντιδιαστέλλει τη δημό-
σια περιουσία από τη δημοτική, την κοινοτική και την περιουσία των νο-
μικών προσώπων δημοσίου δικαίου, με κριτήριο τον φορέα των περιου-
σιών αυτών, ενισχύεται η άποψη ότι οι περιουσίες των δήμων, των κοι-
νοτήτων και των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου δεν εντάσσονται
στη δημόσια περιουσία. Αναφορικά, δε, με το ζήτημα, αν η περιουσία
των αναφερόμενων στο άρθρ. 263Α ΠΚ νομικών προσώπων προστατεύε-
ται από την «άπιστη» συμπεριφορά των υπαλλήλων τους με το άρθρ. 256
ΠΚ, όπως προκύπτει από τη γραμματική διατύπωση του άρθρ. 263Α ΠΚ,
μ’ αυτό διευρύνθηκε μόνον η έννοια του «υπαλλήλου», όπως αυτή ορίζε-
ται αυθεντικά στο άρθρ. 13 περ. α΄ ΠΚ, όχι, όμως, και η έννοια της «δη-
μόσιας περιουσίας». Επομένως, το στοιχείο αυτό της αντικειμενικής υπό-