

300
Μ. ΠΑΠΑΧΡΗΣΤΟΥ
ΕΝΔΙΚΑ ΜΕΣΑ ΚΑΤΑ ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ
το επιχείρημα ότι παρερμηνεύει φανερά την γενικής ισχύος ρύθμιση του άρθρου 168 ΚΠΔ,
χωρίς να εξυπηρετεί κάποια γενικής φύσεως ανάγκη ή σκοπιμότητα, αφού και στις περι-
πτώσεις αυτές το διάστημα μεταξύ καταθέσεως και δικασίμου παραμένει εύλογο, ενώ υιο-
θετείται σιωπηρά μια καινοφανής και επιστημονικά παράδοξη λειτουργία της παρεκτάσε-
ως σε βάρος του αναιρεσείοντος (:
Μπάκας
, Η «contra legem» εφαρμογή της προθεσμί-
ας καταθέσεως πρόσθετων λόγων αναιρέσεως (άρθρο 509 παρ. 2 ΚΠΔ), ΠοινΧρ 1983, 93
επ.,
Καρράς,
Η αναίρεση στην ποινική δίκη, 2009, σελ. 90,
Χατζηιωάννου,
ό.π., σελ. 2963).
γ)
Με βάση τη γενική αρχή ότι «κανένας δεν υποχρεούται στα αδύνατα», επιτρέπεται να
συντελεσθεί η κατάθεση των πρόσθετων λόγων σε χρονικό διάστημα που είναι μικρότε-
ρο της παραπάνω δεκαπενθήμερης προθεσμίας, εφόσον συντρέχουν λόγοι ανώτερης βίας
(: ΑΠ 137/2000, ό.π., ΑΠ 26/2003 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Εξάλλου, με σημείο αναφοράς την ίδια γε-
νική αρχή, γίνεται δεκτό ότι αν μεσολαβεί χρονικό διάστημα μικρότερο των δεκαπέντε ημε-
ρών μέχρι την ημέρα της συζητήσεως, μπορεί να γίνει προβολή πρόσθετων λόγων (: ΑΠ
681/1975 ΠοινΧρ 1976, 67, ΑΠ 478/1986 ΠοινΧρ 1986, 661, ΑΠ 211/1984 ΠοινΧρ 1984,
784, ΑΠ 2459/2005 ΠοινΧρ ΝΣΤ΄, 626,
Ι. Ζησιάδης
, ό.π., τόμ. Γ΄, σελ. 349,
Κονταξή
, ό.π.,
σελ. 3123). Διαφορετική είναι η περίπτωση που ο αναιρεσείων έχει τη χρονική ευχέρεια να
προτείνει πρόσθετους λόγους αναιρέσεως έως και 15 ημέρες πριν τη δικάσιμο, ωστόσο, η
κλήση για τη συζήτηση επιδίδεται, λόγω κινδύνου παραγραφής, κατά σύντμηση της προ-
θεσμίας, αφού δεν συνδέεται η έναρξη της προθεσμίας προς άσκηση προσθέτων λόγων με
την κατ’ αρ. 166 ΚΠΔ προθεσμία κλήτευσης του αναιρεσείοντος ή με την κατ’ αρ. 169 ΚΠΔ
σύντμηση αυτής (: ΑΠ 239/2002 ΠΛογ 2002, 93, ΑΠ 486/2011 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ,
Κονταξής,
ό.π.,
σελ. 3123).
δ)
Η προθεσμία του άρθρου 509 παρ. 2 ΚΠΔ εφαρμόζεται και για τις υποθέ-
σεις που εκδικάζονται κατά τις διατάξεις του Ν 5060/1931 «περί Τύπου», γιατί ο νόμος αυ-
τός δε ρυθμίζει το θέμα ασκήσεως προσθέτων λόγων αναιρέσεως και σύμφωνα με το άρ-
θρο 69 αυτού για όσα θέματα δεν ρυθμίζει, εφαρμόζονται οι διατάξεις της Ποινικής Δικο-
νομίας (: ΑΠ 1790/1987 ΠοινΧρ 1988, 311,
Χατζηιωάννου,
ό.π., σελ. 2962).
ε)
Σύμφωνα με
τη ρητή πρόβλεψη του άρθρου 509 παρ. 2 εδ. τελευταίο ΚΠΔ, που προστέθηκε με το άρ-
θρο 15 του Ν 969/1979, για τον υπολογισμό της δεκαπενθήμερης προθεσμίας προβολής
των πρόσθετων λόγων ως ημέρα της συζητήσεως της αναιρέσεως νοείται όχι μόνον η αρ-
χικώς ορισθείσα αλλά και η ημέρα της νέας δικασίμου κατά την οποία προσδιορίσθηκε η
συζήτηση της αναιρέσεως ύστερα από αναβολή (: ΑΠ 1790/1987 ΠοινΧρ 1988, 311,
Καρ-
ρά,
Ποινικό Δικονομικό Δίκαιο, 2011, σελ. 938,
Παπαδαμάκη,
Ποινική Δικονομία, 2011,
σελ. 608,
Χατζηιωάννου,
ό.π., σελ. 2959 επ.). Πριν από την παραπάνω νομοθετική επέμβα-
ση, πάντως, είχε επικρατήσει στην αρεοπαγιτική νομολογία η ακριβώς αντίθετη άποψη (: ΑΠ
25/1954 ΠοινΧρ 1954, 135, ΑΠ 372/1954 ΠοινΧρ 1955, 254, όπου αντίθετο σχόλιο
Μπου-
ρόπουλου,
ΑΠ 939/1972 ΠοινΧρ 1973, 183, ΑΠ 863/1972 ΠοινΧρ 1973, 115, ΑΠ 133/1973
ΠοινΧρ 1973, 445, ΑΠ 134/1973 ΠοινΧρ 1973, 446, ΑΠ 145/1973 ΠοινΧρ 1974, 455, ΑΠ
174/1974 ΠοινΧρ 1974, 738, ΑΠ 472/1974 ΠοινΧρ 1974, 737, ΑΠ 234/1975 ΠοινΧρ 1975,
628, ΑΠ 538/1978 ΠοινΧρ 1978, 681), άποψη την οποία υιοθέτησε -contra legem- η ΑΠ
109/2011 (: ΠοινΧρ 2012, 414, με αντίθετες παρατηρήσεις
Ζαχαριάδη
).
ε)
Τέλος, πρόσθετοι