Previous Page  28 / 42 Next Page
Information
Show Menu
Previous Page 28 / 42 Next Page
Page Background

ΜΕΡΟΣ B’ - ΕΝΑΡΜOΝΙΣΗ ΚΑΙ ΑΜΟΙΒΑIΑ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΤΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ

279

κρουόμενα συμφέροντα ξεπερνούσαν τις εθνικές διαχωριστικές γραμμές, με αποτέ-

λεσμα να μην υπάρχει αρραγές εθνικό μέτωπο από ορισμένα κράτη-μέλη.

Εξαιτίας των έντονων διαφωνιών και αντιπαραθέσεων και των παγιωμένων διαφο-

ρών μεταξύ των εθνικών συστημάτων, των συναλλακτικών πρακτικών και των θε-

σμικών υποδομών των κρατών-μελών, οι οδηγίες αυτές εισάγουν μια ad hoc προ-

σέγγιση για την εναρμόνιση, ως συμπλήρωμα της αμοιβαίας αναγνώρισης στη βάση

του ενιαίου διαβατηρίου για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες, η οποία πολλές φο-

ρές διαφοροποιείται, υπό την έννοια ότι χρησιμοποιείται το εργαλείο της ελάχιστης

ή της μέγιστης εναρμόνισης, σε επιμέρους διατάξεις της ίδιας πράξης. Ο γενικότερος

σκοπός των Οδηγιών Lamfalussy ήταν βέβαια να πραγματοποιήσουν ένα βήμα προς

την κατεύθυνση ενός ενιαίου πλαισίου κανόνων για τις κεφαλαιαγορές, το οποίο

επιτεύχθηκε σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό από καθεμιά εξ αυτών.

Αντιπροσωπευτικό δείγμα της ώθησης προς τη δημιουργία ενός ενιαίου εγχειριδί-

ου κανόνων για τις κεφαλαιαγορές

920

αποτελεί η Οδηγία-πλαίσιο για την κατάχρη-

ση της αγοράς (Οδηγία 2003/6/ΕΚ),

921

η πρώτη Οδηγία που υιοθετήθηκε με τη δια-

δικασία Lamfalussy. Μέσω αυτής θεσπίζονται για πρώτη φορά οι γενικές αρχές και

οι διαδικαστικοί κανόνες για την άσκηση από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή της αρμο-

διότητας για την υιοθέτηση εκτελεστικών κανόνων, με την υποχρέωση ανανέω-

σης της αρμοδιότητας αυτής κάθε τέσσερα έτη (βλ. προηγούμενη ενότητα). Η Οδη-

γία για την κατάχρηση της αγοράς συνιστά μια στροφή από το ισχύον παράδειγ-

μα του κανονιστικού υπερθεματισμού (gold-plating),

922

καθώς προβλέπει μια εκτε-

ταμένη απαγόρευση της χρήσης εμπιστευτικών πληροφοριών για την απόκτηση ή

διάθεση χρηματοπιστωτικών μέσων που αφορούν οι πληροφορίες αυτές,

923

η οποία

ισχύει για όλα τα κράτη-μέλη και συνεπώς δεν αφήνει κατ’ αρχήν περιθώρια για δι-

αφορετικούς (αυστηρότερους) εθνικούς κανόνες. Εισάγεται λοιπόν με αυτό τον τρό-

πο μια de facto μέγιστη εναρμόνιση.

924

Όπως επισημαίνεται στο προοίμιο της Οδη-

γίας, “Η εξασφάλιση ίσων όρων ανταγωνισμού στις κοινοτικές χρηματοπιστωτικές

αγορές απαιτεί μια ευρεία εδαφική εφαρμογή των διατάξεων που καλύπτονται από

την παρούσα οδηγία”.

925

Ο μέγιστος χαρακτήρας της εναρμόνισης που εισάγεται με

τις διατάξεις του άρθρου 2, παράγραφος 1 διαπιστώθηκε και από τη Γενική Εισαγγε-

λέα Kokott,

926

η οποία κατέληξε ότι “τόσο ο σκοπός όσο και η οικονομία της Οδηγί-

920. Gerner-Beuerle, 2012, σελ. 327.

921. Μέρος του σχεδίου πρότασης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής είχε γραφτεί πριν καν δημοσι-

ευθεί η έκθεση της Επιτροπής Σοφών. Για το λόγο αυτό, δεν υποβλήθηκε σε εκτεταμένη δι-

αβούλευση, κάτι που εξηγεί την υιοθέτησή της στη δεύτερη ανάγνωση το Δεκέμβριο του

2002. Βλ. Quaglia, 2010, σελ. 75.

922. Πρόκειται για συνήθη πρακτική των κρατών-μελών να επιβάλλουν πρόσθετα κριτήρια ή

προϋποθέσεις, βλ. Στεφάνου, 2015, σελ. 86.

923. Οδηγία 2003/6/ΕΚ, άρθρο 2, παράγραφος 1.

924. Enriques & Gatti, 2007, σελ. 17.

925. Οδηγία 2003/6/ΕΚ, αιτιολογική σκέψη 35.

926. Προτάσεις Γενικής Εισαγγελέως Juliane Kokott της 10ης Σεπτεμβρίου 2009, C-45/08,

Spector

Photo Group

, Συλλογή, EU:C:2009:534, σκέψη 81. Η εκτίμηση της Γενικής Εισαγγελέως ήταν