ΤΑ ΔΙΑΚΡΙΤΙΚΑ ΓΝΩΡΙΣΜΑΤΑ ΣΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ
115
προσδιορίζει
749
. Δηλαδή, μόνο υπό την προϋπόθεση της διακριτικής ικανότητας, μπο-
ρεί ένα διακριτικό γνώρισμα να εκπληρώσει τον σκοπό του, που είναι η διάκριση. Έτσι
σχετίζεται η έννοια της διακριτικής δύναμης με τη διακριτική λειτουργία και τη λει-
τουργία προέλευσης των διακριτικών γνωρισμάτων. Ξεκάθαρο γίνεται αυτό ως προς
το καταχωρημένο σήμα που αναφέρεται από την ελληνική θεωρία ότι «σήμα μπορεί να
αποτελέσει οποιαδήποτε ένδειξη έχει την εγγενή ικανότητα να επιτελέσει τη λειτουργία
προέλευσης»
750
.
Στο πλαίσιο αυτό γίνεται αναφορά από την ελληνική θεωρία και στις έννοιες της «δια-
κριτικής λειτουργίας» και του «διακριτικού χαρακτήρα». Πρέπει όμως να ληφθεί υπό-
ψη ότι οι έννοιες αυτές συμπεριλαμβάνονται στην έννοια της διακριτικής δύναμης. Μό-
νο μία ένδειξη η οποία έχει διακριτική λειτουργία και διακριτικό χαρακτήρα έχει δια-
κριτική δύναμη.
Η διακριτική ικανότητα, ως προϋπόθεση προστασίας του διασχηματισμού, είναι σημα-
ντική και για τη διασφάλιση του ελεύθερου ανταγωνισμού, γιατί με αυτό τον τρόπο μέ-
νουν ελεύθερες ενδείξεις που είναι αναγκαίες για την αγορά, αλλά επιτρέπει και τη δι-
αφοροποίηση των εμπορευμάτων
751
. Επειδή οι περιγραφικές ενδείξεις είναι κοινόχρη-
στες, δεν μπορούν να διασφαλίσουν τη διαφοροποίηση και κατά συνέπεια, δεν αποτε-
λούν διακριτικά γνωρίσματα εμπορευμάτων
752
.
Έχουν γίνει διάφορες προσπάθειες προσέγγισης του περιεχομένου της διακριτικής δύ-
ναμης του διασχηματισμού. Ο Άρειος Πάγος αναφέρεται στις έννοιες της πρωτοτυπίας,
της ιδιορρυθμίας και της ονοματικής του ικανότητας
753
. Διαφορετική νομολογία χρη-
σιμοποιεί την ελάχιστη ιδιοτυπία ως μοναδική προϋπόθεση, χωρίς να λαμβάνεται υπό-
ψη η πρωτοτυπία
754
. Στη θεωρία αλλά και σε μέρος της νομολογίας χρησιμοποιούνται
οι έννοιες της ιδιοτυπίας και της ιδιαιτερότητας
755
. Επιπλέον υπάρχει και νομολογία, η
οποία ρητά αποκλείει την προϋπόθεση της ιδιοτυπίας
756
.
Σε αντίθεση με αυτές τις προσπάθειες, η κρατούσα άποψη της θεωρίας προϋποθέτει
ότι ο διασχηματισμός πρέπει να έχει μόνο διακριτική δύναμη
757
, χωρίς καμία αναφορά
στα κριτήρια της ιδιοτυπίας, της ιδιαιτερότητας ή πρωτοτυπίας. Επομένως, δεν υπάρ-
χει συμφωνία για το περιεχόμενο της διακριτικής δύναμης του διασχηματισμού.
749.
Ρόκας (Τζουγανάτος),
Αθέμιτος Ανταγωνισμός, άρθρα 13-15 αρ. 19.
750. Αναλυτικά σχετικά με τη διακριτική ικανότητα στο δίκαιο του σήματος,
Χρυσάνθης
, ΔΕΕ 2014,
σελ. 1156, 1157.
751.
Χρυσάνθης
, ΕΕμπΔ 2008, σελ. 469, 470.
752.
Ρόκας
, Βιομηχανική Ιδιοκτησία, σελ. 160.
753. ΑΠ 1660/2008, ΔΕΕ 2009, σελ. 569 (569), ΑΠ 1529/2008, ΕΕμπΔ 2009, σελ. 679, 680 – το οποίο δέ-
χεται η
Κατρά
, ΕλλΔνη 2012, 552, 553. Για τον διακριτικό τίτλο ήδη ΕφΑθ 799/1988, ΕλλΔνη 1989,
σελ. 167.
754.
ΕφΑθ 10015/2005, ΕλλΔνη 2006, σελ. 1457, 1458, ΜΠρΑθ 12504/1999, ΕΕμπΔ 1999, σελ. 406,
408, ΜΠρΑθ 2674/2012, (Δημοσίευση ΔΣΑ).
755.
Αποστολόπουλος
, ΧρΙΔ 2012, σελ. 684, με παραπομπές.
756. ΕφΑθ 3746/2001, ΔΕΕ 2001, σελ. 853, 854.
757.
Ρόκας
(Κουτσούκης),
Αθέμιτος Ανταγωνισμός, άρθρα 13-15 αρ. 18,
Μαρίνος
, Αθέμιτος Ανταγωνι-
σμός, αρ. 600,
Μαρίνος
, Δίκαιο Διακριτικών Γνωρισμάτων, αρ. 12.166.