
Ανάλυση των στοιχείων των εγκλημάτων των παραγράφων 1
&
2 του άρ. 8 Ν. 3213/2003
77
(i) Συμμετοχή στη διοίκηση
Στο δίκαιο εμπορικών εταιρειών εν γένει, η συμμετοχή στη διοίκηση της ε-
ταιρείας περιλαμβάνει σειρά πράξεων, οι οποίες κατατείνουν στην πραγμά-
τωση του εταιρικού σκοπού, ανεξάρτητα από το εάν φέρουν νομικό ή απλώς
υλικό χαρακτήρα.
187
Υπό την ευρεία αυτή έννοια, η άσκηση διοίκησης
εγκολπώνει την έννοια της διαχείρισης, και επομένως μπορεί να συνίσταται
στη λήψη αποφάσεων, τη σύναψη δικαιοπραξιών με τρίτους, την εκπροσώ-
πηση της εταιρείας, την τήρηση εμπορικών βιβλίων, την οργάνωση και τη
διεύθυνση παραγωγής, κ.ά.ό.·
188
εκτείνεται, επιπλέον, και σε πράξεις που
δεν εντάσσονται καθεαυτές στην έννοια της εταιρικής «διαχείρισης», όπως
η τροποποίηση του καταστατικού της εταιρείας, η πρόσληψη νέου εταίρου,
κ.ά.ό.
189
Στην ειδικότερη περίπτωση των κεφαλαιουχικών εταιρειών, άσκη-
ση διοίκησης θα σήμαινε συμμετοχή σε όργανο της εταιρείας που είναι επι-
φορτισμένο με τη διαχείριση ή την εκπροσώπηση της εταιρείας, διενεργώ-
ντας τις παραπάνω πράξεις.
190
Μολονότι ο Ν. 3213/2003 δεν υιοθετεί την επιλογή της εξαντλητικής απαρίθ-
μησης των «υπόλογων» για ευθύνες που απορρέουν από τη διοίκηση ορι-
σμένης εταιρείας,
191
ο ερμηνευτικός προσδιορισμός των «διοικητών» ανά
εταιρικό τύπο δεν απέχει από τον «αυθεντικό» καθορισμό ο οποίος λαμβά-
νει χώρα, λ.χ., στο πλαίσιο της φορολογικής νομοθεσίας.
192
Έτσι, θα μπο-
ρούσε κανείς να εντοπίσει τα εξής πρόσωπα, τα οποία ασκούν διοίκηση (και
άρα θα υπέχουν ποινική ευθύνη με βάση το άρθρο 8 Ν. 3213/2003) ανά εται-
ρικό τύπο:
187. Στην αγγλική ορολογία γίνεται διάκριση ανάμεσα σε πράξεις γενικής διαχείρισης
(management) και πράξεις «καθημερινής» διοίκησης (administration) της εται-
ρείας, ζήτημα που συναρτάται, μεταξύ άλλων, και με τον προσδιορισμό της έδρας
ορισμένης εταιρείας για φορολογικούς σκοπούς: βλ.
Laerstate BV v. HMRC
[2009]
UKFTT 209 (TC).
188. Βλ. σχετικά Ν. Ρόκα,
Εμπορικές Εταιρίες
, Νομική Βιβλιοθήκη, ζ΄ έκδ., 2009, σελ. 66 επ.
189. Τέτοιου είδους πράξεις (στο πλαίσιο, λ.χ., προσωπικής εταιρείας) θα απαιτούσαν
απόφαση του συνόλου των εταίρων, και γι’ αυτό εκφεύγουν της έννοιας της «δια-
χείρισης».
190. Βλ. Ν. Ρόκα, ό.π., σελ. 180 επ.
191. Στο πλαίσιο της ελληνικής νομοθεσίας απαντώνται δύο τρόποι για τον προσδιορι-
σμό των φυσικών αυτουργών αξιόποινων πράξεων που συναρτώνται με τη δράση
νομικών προσώπων: άλλοτε απαριθμούνται εξαντλητικά τα φυσικά πρόσωπα που
θεωρούνται «ποινικά υπόλογα» για τέτοιες πράξεις (όπως συμβαίνει, για παρά-
δειγμα, στο πλαίσιο του άρ. 67 Ν. 4174/2013), ενώ άλλοτε ο νόμος αρκείται σε μια
γενική αναφορά στους «εκπροσώπους» του νομικού προσώπου (όπως συμβαίνει,
για παράδειγμα, στην περίπτωση του άρ. 59 § 4 περ. α΄ Ν. 4261/2014).
192. Βλ. την προαναφερθείσα διάταξη του άρ. 67 Ν. 4174/2014, όπως προστέθηκε με το
άρ. 8 Ν. 4337/2015.