Previous Page  34 / 36 Next Page
Information
Show Menu
Previous Page 34 / 36 Next Page
Page Background

Ανάλυση των στοιχείων των εγκλημάτων των παραγράφων 1

&

2 του άρ. 8 Ν. 3213/2003

83

τους κανόνες του ιδιωτικού διεθνούς δικαίου, ειδάλλως δεν θα μπορεί να γί-

νει λόγος για θεμελίωση αξιοποίνου.

202

Για παράδειγμα, σε περίπτωση κατά

την οποία η μεταβίβαση μετοχών δεν λάβει χώρα εγκύρως (μολονότι επιχει-

ρήθηκε η μεταβίβαση), το ενδιαφερόμενο πρόσωπο (από εκείνα που ανα-

φέρονται στο άρθρο 8 Ν. 3213/2003) δεν θα μπορεί βέβαια να θεωρηθεί αυ-

τουργός του αδικήματος της συμμετοχής σε αλλοδαπή εταιρεία, αλλά ούτε

και απόπειρας αυτού.

203

Κατά την ορθότερη, μάλιστα, εκδοχή, δεν θα θεμε-

λιώνεται ποινική ευθύνη ούτε υπό τη μορφή απρόσφορης απόπειρας κατ’

άρθρο 43 ΠΚ.

204

Το ίδιο θα πρέπει να γίνει δεκτό και επί συμμετοχικών πρά-

ξεων οι οποίες τελέστηκαν στην ημεδαπή, όταν η κύρια πράξη (εκείνη δηλα-

δή του φυσικού αυτουργού) τελέστηκε στην αλλοδαπή.

1.2.2. Συμμετοχή «αυτοπροσώπως» ή «με παρένθετα πρόσωπα»

Οι παραπάνω αναπτύξεις (είτε πρόκειται για συμμετοχή στη διοίκηση είτε

πρόκειται για συμμετοχή στο κεφάλαιο ορισμένης εταιρείας) αφορούν την

αυτοπρόσωπη συμμετοχή των προσώπων που περιγράφονται στο άρθρο 8

Ν. 3213/2003. Όπως ήδη σημειώθηκε,

205

από το 2010

206

η απαγόρευση συμ-

202. Σημειώνεται πως η εσφαλμένη ερμηνεία ή εφαρμογή (έστω υπό τη μορφή της λή-

ψης υπόψη) ουσιαστικής ποινικής διάταξης αποτελεί λόγο αναίρεσης τόσο του

βουλεύματος (άρθρο 484 § 1β΄ ΚΠΔ) όσο και της απόφασης (άρθρο 510 § 1Ε΄ ΚΠΔ)

και

όταν πρόκειται για αλλοδαπό δίκαιο (όπως επίσης κι όταν πρόκειται για συνα-

φή κανόνα του αστικού δικαίου, που επίσης μπορεί να είναι αλλοδαπός μέσω των

συνδετικών κανόνων του ιδιωτικού διεθνούς δικαίου).

203. Πέρα από το γεγονός ότι πρόκειται για τυπικό έγκλημα, η αδυναμία θεμελίωσης

απόπειρας κατ’ άρθρο 42 ΠΚ οφείλεται στο ότι η πραγμάτωση της αντικειμενικής

υπόστασης ήταν, σε αυτή την περίπτωση, απολύτως αδύνατη.

204. Στο συμπέρασμα αυτό άγονται βέβαια ευχερώς οι υποστηρικτές της θεωρίας της

ελλείπουσας αντικειμενικής υπόστασης (“Mangel am Tatbestand”), δεδομένου ότι

θα ελλείπει εν προκειμένω κεντρικό στοιχείο της αντικειμενικής υπόστασης [για

τη θεωρία αυτή βλ. τη συμβολή του θεμελιωτή της Graf zu Dohna, Der Mangel am

Tatbestand, σε

Festgabe für K. Güterbock

, Berlin, Vahlen, σελ. 35 επ.]. Ακόμη,

ωστόσο, κι αν απορρίπτει κανείς τη θεωρία της ελλείπουσας αντικειμενικής υπό-

στασης (όπως για παράδειγμα οι Ανδρουλάκης [

Ποινικό Δίκαιο: Γενικό Μέρος

, τ.

ΙΙ: Απόπειρα και Συμμετοχή, εκδ. Δίκαιο & Οικονομία: Π.Ν. Σάκκουλας, 2004, σελ.

56 επ.], Μυλωνόπουλος [

Ποινικό Δίκαιο: Γενικό Μέρος

, τ. ΙΙ: Απόπειρα-Συμμετοχή-

Συρροή, εκδ. Δίκαιο & Οικονομία: Π.Ν. Σάκκουλας, 2008, σελ. 56 επ.]), δεν θα

μπορούσε να αρνηθεί ότι ελλείπει εδώ ακόμη και το απαραίτητο minimum αδίκου

που αξιώνει η διάταξη του άρθρου 43 ΠΚ για την τιμώρηση της απρόσφορης από-

πειρας (βλ. τις αναπτύξεις του Χ. Μυλωνόπουλου, ό.α.π., ιδίως σελ. 58 επ.), ιδιαί-

τερα μάλιστα ενόψει του ότι το άρθρο 8 Ν. 3213/2003 τιμωρεί την παραγωγή μιας

διαρκούς κατάστασης, χωρίς να ενδιαφέρει η επέλευση ορισμένου αποτελέσματος.

Σε κάθε περίπτωση, επομένως, θα μιλάμε για περίπτωση ατιμώρητου νομιζόμενου

εγκλήματος.

205. Βλ. παραπάνω, υπό ΙΙ/2.

206. Βάσει της τροποποίησης που εισήγαγε ο Ν. 3849/2010.