Previous Page  32 / 36 Next Page
Information
Show Menu
Previous Page 32 / 36 Next Page
Page Background

Ανάλυση των στοιχείων των εγκλημάτων των παραγράφων 1

&

2 του άρ. 8 Ν. 3213/2003

81

καιούχου» (beneficiary), ο οποίος μπορεί να ταυτίζεται με τον ιδρυτή ή

να είναι κάποιο τρίτο πρόσωπο. Ο εμπιστευματοδόχος διατηρεί ένα περι-

θώριο διακριτικής ευχέρειας κατά τη διαχείριση των περιουσιακών στοι-

χείων, η οποία όμως περιορίζεται στη διενέργεια πράξεων που εξυπηρε-

τούν τον σκοπό του εμπιστεύματος. Παράλληλα, ο πραγματικός δικαιού-

χος διατηρεί δικαιώματα «εμπράγματου» χαρακτήρα επί της περιουσίας

του εμπιστεύματος, όπως το δικαίωμα «παρακολούθησης» των περιου-

σιακών στοιχείων σε περίπτωση μεταβίβασης.

198

Συχνά μάλιστα ο δικαι-

ούχος αποκομίζει περιουσιακά οφέλη από την αξιοποίηση της περιουσίας

υπό τη μορφή καταβολών χρηματικών ποσών (τα οποία όμως δεν δηλώ-

νονται ως εισόδημα στη χώρα κατοικίας του). Είναι προφανές ότι το βα-

σικό πλεονέκτημα ενός εξωχώριου εμπιστεύματος (πέρα από την επίτευ-

ξη της ανωνυμίας του πραγματικού δικαιούχου), συνίσταται στον διαχω-

ρισμό περιουσιακών στοιχείων και δικαιούχου, κατά τρόπο ώστε ο τε-

λευταίος να μην υποχρεούται στην απόδοση των φόρων που του αναλο-

γούν. Είναι επίσης προφανές ότι, σε μια τέτοια περίπτωση, ο πραγματι-

κός δικαιούχος δεν συμμετέχει στη «διοίκηση» της εξωχώριας εταιρείας

που παίζει τον ρόλο του εμπιστευματοδόχου, αλλά ούτε και στο μετοχι-

κό κεφάλαιο αυτής (τουλάχιστον όχι κατά τρόπο άμεσο), δεδομένου ότι

η διατήρηση «έμμεσων» περιουσιακών δικαιωμάτων από μέρους του δεν

μπορεί να θεωρηθεί ότι συνιστά «συμμετοχή στο κεφάλαιο» της εταιρείας

υπό την έννοια του άρθρου 8 Ν. 3213/2003. Ωστόσο ο πραγματικός δικαι-

ούχος θα μπορεί να διωχθεί με βάση αυτή την τελευταία διάταξη, εφόσον

συμμετέχει στην εξωχώρια εταιρεία μέσω παρένθετου προσώπου (άλλο

το ζήτημα των αποδεικτικών δυσχερειών, οι οποίες είναι έτσι κι αλλιώς

δεδομένες).

Κατά μείζονα λόγο, η τοποθέτηση κεφαλαίων σε χρηματοοικονομικά προϊό-

ντα η απόδοση των οποίων εξαρτάται από την κερδοφορία ορισμένης (αλ-

λοδαπής) εταιρείας δεν μπορεί να νοηθεί ως συμμετοχή στο κεφάλαιο της

εταιρείας. Πράγματι, σε αυτή την περίπτωση δεν πρόκειται καν για («έμμε-

σο» έστω) περιουσιακό δικαίωμα αλλά για τοποθέτηση κεφαλαίου σε ενιαίο

χαρτοφυλάκιο από επενδυτή, ο οποίος ενεργεί ως «τρίτος» σε σχέση με την

εταιρεία. Έτσι, η κατοχή μεριδίων αμοιβαίων κεφαλαίων ή ομολόγων δεν

αποτελεί μορφή συμμετοχής στο κεφάλαιο της εταιρείας. Πέρα από το γραμ-

ματικό επιχείρημα, το οποίο συναρτάται με την παραδοχή ότι αυτού του εί-

δους τα χρηματοοικονομικά προϊόντα δεν συνιστούν «κεφάλαιο» της εται-

ρείας υπό καμία έννοια, είναι μάλλον σαφές ότι η κατοχή τους εκφεύγει του

νομοθετικού σκοπού. Αντίθετα, οι συμβάσεις παράγωγων χρηματοοικονομι-

198. Βλ. αναλυτικά Α. Μπώλου, Εξωχώριες εταιρείες (offshore companies) και ελληνική

έννομη τάξη, ΝοΒ 2013, ιδίως σελ. 941.