Previous Page  25 / 40 Next Page
Information
Show Menu
Previous Page 25 / 40 Next Page
Page Background

491

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IX

Το Δίκαιο της Απόδειξης

1. Εισαγωγή

Κάθε Δικαστήριο αποφασίζει τα επίδικα θέματα στη βάση μαρτυρίας. Με τον

όρο

μαρτυρία

εννοείται οτιδήποτε παρουσιάζεται και γίνεται αποδεκτό από το

Δικαστήριο σύμφωνα με τους εν γένει κανόνες του δικαίου της απόδειξης για σκο-

πούς στοιχειοθέτησης ενός ισχυρισμού ή μίας κατάστασης. Η μαρτυρία δυνατόν να

είναι προφορική, γραπτή ή «πραγματική.» Η προφορική μαρτυρία δίδεται από μάρ-

τυρες οι οποίοι γνωρίζουν τα σχετικά γεγονότα. Η γραπτή μαρτυρία συμπεριλαμβά-

νει κυρίως έγγραφα σχετικά με τα θέματα τα οποία παρουσιάζουν μάρτυρες ή εκ-

θέσεις εμπειρογνωμόνων, τις οποίες καταθέτουν και επεξηγούν για να βοηθήσουν

το Δικαστήριο. Η «πραγματική» μαρτυρία συμπεριλαμβάνει τεκμήρια όπως π.χ. το

πιστόλι ή τα κλοπιμαία, ή τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές. Δυνατόν επίσης να προ-

σλαμβάνει τη μορφή της τελικής κατάστασης/σκηνής όπου διεπράχθη το ποινικό ή

αστικό αδίκημα, όπως π.χ. σπασμένα γυαλιά ή τρίψιμο επί της ασφάλτου τα οποία

καταδεικνύουν το σημείο σύγκρουσης δύο οχημάτων. Η πραγματική αυτή μαρτυρία

κατατίθεται στο Δικαστήριο από μάρτυρες και δυνατόν να αποτυπώνεται σε έγγρα-

φα, όπως σχεδιάγραμμα ή φωτογραφίες.

Σε κάθε περίπτωση όμως, υπάρχουν κανόνες σε σχέση με το πως παρουσιάζεται η

μαρτυρία στο Δικαστήριο και η οποία είναι δυνατόν να γίνει αποδεκτή. Σε χώρες

όπως στην Αγγλία, (το δίκαιο της οποίας επεβλήθη στην Κυπριακή έννομη τάξη)

όπου υπάρχουν ένορκοι κριτές των γεγονότων, οι κανόνες απόδειξης προσλαμβά-

νουν ιδιαίτερη σημασία με δεδομένο ότι η μαρτυρία η οποία είναι «καταστροφική»

για την υπόθεση ή πολύ «θετική» δυνατόν να είναι φτιαχτή ή να μην είναι τίποτε πε-

ρισσότερο από κουτσομπολιό της γειτονιάς. Αποδοχή της έκδηλα θα επηρέαζε ευμε-

νώς ή δυσμενώς την έκβαση της δίκης, ιδιαίτερα εφ’ όσον απευθύνεται σε μη «εξει-

δικευμένους» κριτές γεγονότων, απλούς πολίτες και όχι σε έμπειρους δικαστές οι

οποίοι βρίσκονται σε καλύτερη θέση να αποφασίσουν «δίκαια» τα επίδικα θέματα.

Όμως, και σε χώρες όπως στην Κύπρο, όπου ο Δικαστής είναι κριτής των γεγονότων

και αποφασίζει κατά νόμο, εξακολουθεί να υφίσταται η ανάγκη διαμόρφωσης ενός

νομικού πλαισίου, δηλαδή δίκαιου της απόδειξης, το οποίο συμπεριλαμβάνει όλους

τους σχετικούς κανόνες για το τι είδους μαρτυρία είναι δυνατόν να τεθεί ενώπιον του

Δικαστηρίου το οποίο καλείται να αποφασίσει επί του θέματος.

Όπως αναφέρθηκε και ανωτέρω, στην Κύπρο εφαρμόζονται μεταξύ άλλων και οι κα-

νόνες του Κοινοδικαίου με βάση το Άρθρο 29 του Νόμου 14/60. Σ’ αυτούς συμπε-

ριλαμβάνεται σε ένα μεγάλο βαθμό και το δίκαιο της απόδειξης, το οποίο προσλαμ-

βάνει τη μορφή ουσιαστικού δικαίου παρά δικονομικού, παρ’ όλον ότι σχετίζεται

με θέματα της εξέλιξης και πορείας μιας δίκης. Το εκπληκτικό είναι ότι το Δίκαιο της

Απόδειξης το οποίο εφαρμόζεται στην Κύπρο από τα Κυπριακά Δικαστήρια είναι το

δίκαιο που ίσχυε στην Αγγλία την 5

η

Νοεμβρίου του 1914, με τη διευκρίνιση όμως