ΚΕΦΑΛΑΙΟ E΄: Εθνικά μέτρα καταπολέμησης της καταχρηστικής φοροαποφυγής
259
έχουν πραγματοποιηθεί από το φορολογούμενο, (β) ο σκοπός αυτών ο οποί-
ος δέον να συνίσταται στην αποφυγή της φορολόγησης, και (γ) το αποτέλε-
σμα αυτών το οποίο δέον να συνίσταται στην επίτευξη φορολογικού πλεο-
νεκτήματος. Στην έννοια «διευθετήσεις» εμπίπτουν, βάσει της νομοθετικής
επεξήγησης, τόσο πράξεις οι οποίες ενδύονται κάποια νομική μορφή (συναλ-
λαγές, συμφωνίες κα) όσο και υλικές πράξεις, ενώ μια διευθέτηση μπορεί να
περιλαμβάνει περισσότερα από ένα στάδια ή μέρη. O όρος «τύπος» ή «νομι-
κή μορφή» (form/legal form) αναφέρεται σε έννοιες οι οποίες περιγράφο-
νται με όρους που χρησιμοποιούνται σε φορολογικές διατάξεις, και οι οποί-
οι (όροι) περιγράφουν τις νομικές προϋποθέσεις εφαρμογής μιας φορολογι-
κής διάταξης. Ο εν λόγω όρος αναφέρεται, επίσης, σε συναλλαγές οι οποί-
ες πραγματοποιούνται σε συμφωνία με τις προαναφερόμενες νομικές προ-
ϋποθέσεις του φορολογικού κανόνα. Από την άλλη πλευρά, ο όρος «ου-
σία» (substance)
7
αναφέρεται στο οικονομικό περιεχόμενο μιας συναλλαγής
ή σχέσης, ενώ αρκετές φορές παρατηρείται διάσταση μεταξύ της ουσίας μιας
διευθέτησης και της νομικής μορφής που αυτή ενδύεται
8
. Καθοριστικό στοι-
χείο προκειμένου να διαχωριστεί η ουσία από τον τύπο αποτελεί η ύπαρξη
ή ανυπαρξία μη φορολογικών λόγων στη διευθέτηση του φορολογουμένου
9
.
3) Τεχνητός χαρακτήρας της διευθέτησης. Η αρχή της
υπεροχής/υπερίσχυσης της ουσίας έναντι του τύπου
Για τους σκοπούς εφαρμογής του άρθρου 38 του ΚΦΔ, μια διευθέτηση ή σει-
ρά διευθετήσεων κρίνεται τεχνητή εφόσον στερείται οικονομικής ή εμπορι-
κής ουσίας. Ο όρος «τεχνητή» διευθέτηση υποδηλώνει την έλλειψη μια εύ-
λογης και συνεκτικής σύνδεσης και αντιστοίχισης της διευθέτησης με την
υποκείμενη οικονομική πραγματικότητα
10
, ήτοι είναι η γνήσια (οικονομική
ή εμπορική) ουσία, με την οποία σκοπείται η εκπλήρωση ενός οικονομικού
σκοπού, και όχι ο νομικός τύπος που θα καθορίσει την ισχύ μιας διευθέτησης
για φορολογικούς σκοπούς. Η φορολογική διοίκηση, λοιπόν, δύναται να μην
αναγνωρίζει για φορολογικούς σκοπούς πρακτικές των φορολογουμένων οι
οποίες στερούνται παντελώς οικονομικής ή εμπορικής ουσίας (παρ. 3 εδαφ.
1)
11,12
και δεν απηχούν την οικονομική πραγματικότητα η οποία θα υπαγό-
7. Βλ. σχ.
Expert Committee,
Final Report on General Anti Avoidance Rules in (Indian)
Income-tax Act 1961, 2012, σελ. 26, όπου συγκεκριμένες διευθετήσεις θεωρούνται ότι
στερούνται οικονομικής ουσίας.
8. Βλ. σχ.
F. Zimmer
, ό.π., σελ. 23-24.
9. Βλ. σχ. International Τax Αvoidance, ό.π., σελ. 203, 204.
10. Βλ. σχ.
V. Almendral
, ό.π., σελ. 565,
I. Richelle/W. Schön/E. Traversa
, ό.π., σελ. 141,
ΔΕΕ απόφ. επί της υπόθ. C-196/04, ό.π., σκ. 54, 55.
11. Το αγγλικό κείμενο της σύστασης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής C(2012) 8806 final αναφέ-
ρει τον όρο «commercial substance».
12. Βλ. σχ. OECD glossary of tax terms, όπου ο όρος της κατάχρησης δικαίου αντιστοιχεί
στη θεωρία η οποία επιτρέπει στις φορολογικές αρχές να αγνοήσουν έναν τύπο/κατα-