Previous Page  29 / 38 Next Page
Information
Show Menu
Previous Page 29 / 38 Next Page
Page Background

210

ΟΙ ΠΡΑΓΜΑΤΟΓΝΩΜΟΣΥΝΕΣ ΚΑΘ’ ΕΚΑΣΤΟΝ

παράγονται οι γαμέτες που διαθέτουν τον ήμισυ αριθμό χρωμοσωμάτων από το

αρχικό κύτταρο.

— Το 1839 οι Schleiden και Schwann διετύπωσαν την κυτταρική θεωρία, σύμφω-

να με την οποία βασική μονάδα της ζωής είναι το κύτταρο, το οποίο περιλαμβά-

νει αμινοξέα, μόρια υδατανθράκων, λιπίδια και ιχνοστοιχεία, από τα οποία προ-

κύπτουν νέες ουσίες δηλ. πρωτεΐνες, πολύπλοκα λιπίδια, υδατάνθρακες και νου-

κλεϊνικά οξέα. Κάθε κύτταρο δύναται να αυτοδιπλασιάζεται, χρησιμοποιώντας

ως κώδικα το δεοξυριβονουκλεϊκό οξύ, ως δομικά στοιχεία διάφορα μακρομό-

ρια και ως καταλύτες τα ένζυμα. Μακρομόριο θεωρείται εκείνο το μόριο, που έχει

μοριακό βάρος τουλάχιστον 10.000 Daltons και διακρίνεται σε πολυσακχαρίτες,

πρωτεΐνες και τα νουκλεϊνικά οξέα DNA και RNA. Το γονιδίωμα (Genome) είναι το

απλοειδές DNA συμπλήρωμα του ανθρώπινου οργανισμού, συνίσταται σε 22 ζεύ-

γη χρωματοσωμάτων και τα δύο χρωματοσώματα του φύλου, ενώ ανευρίσκεται

σε κάθε ευκαρυωτικό

81

κύτταρο, βακτήριο, μαγιά και μικρόβιο. Στα ευκαρυωτι-

κά κύτταρα, η περισσότερη ποσότητα DNA ευρίσκεται στον πυρήνα, ενώ η μικρό-

τερη ποσότητα εξωπυρηνικού DNA απαντάται στα μιτοχόνδρια. Το σωματικό κύτ-

ταρο είναι διπλοειδές (Diploid), το οποίο περιγράφει ένα οργανισμό ή ένα κύττα-

ρο με δύο αντίγραφα από καθένα χρωματόσωμα, ενώ ο γαμέτης (ωάριο ή σπερ-

ματοζωάριο) (Gamete) είναι ένα απλοειδές αναπαραγωγικό κύτταρο ενός αυγού

ή ενός σπέρματος. Επί των χρωματοσωμάτων επικάθονται τα γονίδια (Gene) –που

ανακαλύφθηκαν από τον W. S. Sutton- δηλ. οι λειτουργικές ακολουθίες του DNA,

που καθορίζουν τα κληρονομικά χαρακτηριστικά. Τα ζεύγη των χρμωατοσωμά-

των αποκαλούνται ομόλογα επειδή έχουν κοινό προγονικό χρωματόσωμα, ενώ

στη συγκεκριμένη γονιδιακή τους θέση υπάρχει πάντοτε αντίγραφο του ίδιου γο-

νιδίου. Τα γονίδια αυτά ονομάζονται αλληλόμορφα (Allele) ή Αλλήλια και από τε-

χνική άποψη, αυτά αναφέρονται στις διαφορετικές μορφές ενός γονιδίου μιας συ-

γκεκριμένης γονιδιακής θέσης. Πάντως, κατά την ανακριτική απόδοση του προ-

φίλ DNA, ο όρος αυτός αναφέρεται καταχρηστικά στις διαφορετικές μορφές του

εσωνίου (Intron) –δηλ. ενός τμήματος μη κωδικοποιημένου DNA που υπάρχει ανά-

μεσα στα εξώνια, το οποίο ανακόπτεται κατά τη διάρκεια της συγκόλλησης, οδη-

γώντας στην ωρίμανση των mRNA- ή ακόμη μπορεί να γίνει λόγος για αλληλομορ-

φική εγκατάλειψη

82

, δηλ. για την κατάσταση εκείνη όπου ένα αλλήλιο δεν μπορεί

να σχηματίσει την εικόνα του ή τέλος, για αλληλομορφική κλιμάκωση, κατά την

οποία, ένα όργανο χρησιμοποιείται για να υποβοηθήσει στη μεγέθυνση των αλ-

ληλίων και το οποίο αποτελείται από κοινά αλληλόμορφα μιας γονιδιακής θέσης.

Τα αλλήλια γονίδια μπορεί να είναι πανομοιότυπα, να ευρίσκονται δηλαδή σε κα-

81. Ευκαρυωτικό (Eukaryote) κύτταρο είναι ο οργανισμός ενός ή πολλών κυττάρων που περιέ-

χουν έναν πυρήνα και ξεχωριστά οργανικά στοιχεία. Τα ευκαρυωτικά κύτταρα απαντώνται

σε όλα ανεξαιρέτως τα φυτά και τα ζώα. Αυτά διαφέρουν από τα προκαρυωτικά κύτταρα,

τα οποία συμπεριλαμβάνονται σε όλα τα βακτήρια. Βλ. σχετ

., J. Buckleton / Ch. M. Triggs /

S. J. Walsh,

Forensic DNAEvidence Interpretation, CRC Press, 2005, σελ. 473.

82. Dropout: Το φαινόμενο εκείνο κατά το οποίο το αλληλόμορφο αποτυγχάνει να επε-

κταθεί και να αναπτυχθεί. Βλ. σχετ.,

Buckleton / Triggs / Walsh,

Forensic DNA Evidence

Interpretation, ό.π., σελ. 472.