ΙΣΠΑΝΟΕΛΛΗΝΙΚΟ - ΕΛΛΗΝΟΪΣΠΑΝΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ ΝΟΜΙΚΩΝ ΟΡΩΝ - page 11

Συντομογραφίες
αγγλ.
αγγλικός όρος
ΑΚ
Αστικός Κώδικας
αρσ.
αρσενικό
αρχ.
αρχαϊκός όρος
ΒΔ
ΒασιλικόΔιάταγμα
γαλλ.
γαλλικός όρος
γερμ.
γερμανικός όρος
δδδ
δημόσιοδιεθνές δίκαιο
δικον.
δικονομία
διοικ. δικ.
διοικητικόδίκαιο
διπλωμ.
διπλωματικός όρος
έκφρ.
έκφραση
ελλ.
ελληνικός όρος
εμπ. δικ.
εμπορικόδίκαιο
επίθ.
επίθετο
επίρ.
επίρρημα
εργατ. δικ.
εργατικόδίκαιο
θηλ.
θηλυκό
ισπ.
ισπανικό/ισπανικός όρος
ιστ.
ιστορικός όρος
ιταλ.
ιταλικός όρος
καθομιλ.
όρος της καθομιλουμένης
κληρον. δικ.
κληρονομικόδίκαιο
ΚΠΔ
ΚώδικαςΠοινικήςΔικονομίας
ΚΠολΔ
ΚώδικαςΠολιτικήςΔικονομίας
κτλ.
και τα λοιπά
λατ.
λατινικός όρος
1...,2,3,4,5,6,7,8,9,10 12,13,14,15,16,17,18,19,20
Powered by FlippingBook