Background Image
Table of Contents Table of Contents
Previous Page  13 / 36 Next Page
Information
Show Menu
Previous Page 13 / 36 Next Page
Page Background

ΠΡΟΛΟΓΟΣ

XIII

αν υπόθεση της τακτικής διαδικασίας ή πρόκειται για κατ’ αντιμωλίαν υπόθεση

ασφαλιστικών μέτρων, “tertium non datur”– τότε θα έπρεπε κανονικά βασι-

κές εγγυήσεις, που –για την τακτική τουλάχιστον διαδικασία- συνδέονται ανα-

πόσπαστα (όπως λ.χ. η ύπαρξη/δημιουργία πλήρους δικανικής πεποιθήσεως

στον δικαστή για να μπορεί να εκδώσει απόφαση), με τις εγγυήσεις της προ-

σήκουσας, χρηστής και δίκαιης δίκης και διαδικασίας σύμφωνα με τις προδια-

γραφές που απορρέουν από το άρθρο 20 και το άρθρο 6 ΕΣΔΑ, να θεσπίζονται

οπωσδήποτε για την εκδίκαση των υποθέσεων αυτών (οι οποίες συνιστούν, ως

ελέχθη, στην πραγματικότητα υποθέσεις τακτικής διαδικασίας). Οι διαδικαστι-

κές “εκπτώσεις” στα ασφαλιστικά μέτρα, προκειμένου έτσι να επιτυγχάνεται

η διαδικαστική ταχύτητα, είναι ανεκτές από πλευράς κράτους δικαίου ακρι-

βώς επειδή, ως γνωστόν, τα ασφαλιστικά μέτρα δεν αποτελούν δικονομικό/

διαδικαστικό μονόδρομο ή αποκλειστικό τρόπο απονομής δικαιοσύνης, αλλά

παράλληλο τρόπο απονομής δικαιοσύνης, δηλαδή μαζί με την τακτική διαδι-

κασία (η οποία όμως είναι εξοπλισμένη με όλες τις απαραίτητες διαδικαστι-

κές/δικαιοκρατικές εγγυήσεις και στην οποία βέβαια έχουν τη δυνατότητα να

προσφύγουν ούτως ή άλλως οι διάδικοι, εφόσον το επιθυμούν). Όταν όμως,

όπως εδώ, η εκδίκαση υποθέσεως, στην πραγματικότητα τακτικής διαδικασί-

ας, απαλλάσσεται από σοβαρές δικαιοκρατικές εγγυήσεις, όπως λ.χ. από την

προϋπόθεση της υπάρξεως/δημιουργίας στον δικαστή πλήρους δικανικής πε-

ποιθήσεως, προκειμένου ο τελευταίος να μπορεί νόμιμα να εκδώσει απόφαση,

τότε – και αν ακόμη αυτή η ευχέρεια του κοινού νομοθέτη, να απαλλάσσει κατά

το δοκούν και με τη νομοθετική του ελευθερία/ευχέρεια, ή ίσως και “αυθαιρε-

σία”, τη διαδικαστική δυνατότητα της τακτικής διαδικασίας από τη δέσμευση

του δικαστή, να αποφασίζει μόνον εφόσον του δημιουργείται πλήρης δικανική

πεποίθηση, ήθελε θεωρηθεί συνταγματικά/δικαιοκρατικά ανεκτή – θα έπρεπε,

κατά τη γνώμη μου, να προβλέπεται, και να είναι δυνατή, η δυνατότητα ασκή-

σεως ενδίκων μέσων κατά μιας τέτοιου είδους αποφάσεως. Θα έπρεπε δηλαδή

η έστω μη υποκείμενη σε ένδικα μέσα πρωτοβάθμια απόφαση να έχει ληφθεί

με βάση όλες τις δικαιοκρατικές εγγυήσεις, και ως προς το θέμα της αποδείξε-

ως, και σε κάθε περίπτωση με βάση τη δικανική πεποίθηση του δικαστή. Δια-

φορετικά θα πρόκειται για “έωλη” ούτως ή άλλως ή μη απόλυτα “αξιόπιστη”

δικαστική απόφαση, που δεν επιτρέπεται κατά τη γνώμη μου να αποτελεί για

τους διαδίκους τη μοναδική δικαιοδοτική δυνατότητα και κρίση, που σημαίνει

εκ των πραγμάτων, ότι δεν είναι στη συγκεκριμένη περίπτωση ανεκτό και για

έναν παραπάνω λόγο να μην είναι επιτρεπτό ένδικο μέσο κατά της αντίστοιχης

ακροάσεως».

5.4. «Επομένως είναι επιτρεπτή η αναίρεση -και γενικότερα είναι επιτρεπτά τα

ένδικα μέσα– εναντίον της συγκεκριμένης αποφάσεως (και γενικότερα εναντί-

ον των δικαστικών αποφάσεων αυτής της κατηγορίας). Η αντίθετη άποψη, που