Previous Page  29 / 42 Next Page
Information
Show Menu
Previous Page 29 / 42 Next Page
Page Background

Η ΔΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΑ ΠΛΗΜΜΕΛΩΝ ΠΡΑΞΕΩΝ

241

νης πράξης ή άλλο λόγο που προσήκει σε ακυρωτικό έλεγχο, ενώ το δικάζον δι-

καστήριο της ουσίας παρέχει μείζονα προστασία, προβαίνοντας σε πλήρη επανά-

κριση της υπόθεσης

30

.

Β.

Η αλυσιτέλεια της προβολής διαδικαστικών σφαλμάτων

επί πράξεων δέσμιας αρμοδιότητας της διοίκησης

1. Ο νομολογιακός κανόνας της ΣτΕ (Ολομ.) 530/2003

Ενώ η εφαρμογή της αλυσιτέλειας ως ιδιαίτερης μορφής απαραδέκτου των λόγων

ακυρώσεως ήταν γνωστή ήδη στην ως άνω –κλασική- νομολογία του ΣτΕ, μόλις

στις αρχές της δεκαετίας του 2000, με τη διάσημη απόφαση της Ολομέλειας ΣτΕ

530/2003

31

μετεξελίχθηκε, για να καταλάβει τις περιπτώσεις διαδικαστικών λό-

γων που προβάλλονται κατά πράξεων δεσμίας αρμοδιότητας της διοίκησης. Πηγή

έμπνευσης στάθηκε αναμφίβολα η νομολογία των γαλλικών διοικητικών δικαστη-

ρίων και η διδασκαλία των moyens inopérants

32

.

Στην απόφαση ΣτΕ (Ολομ.) 530/2003 προσβαλλόμενη πράξη ήταν η άρνηση του

Υπουργού Πολιτισμού να εγκρίνει την ανέγερση κτιρίου σε χώρο που είχε εντα-

χθεί σε Ζώνη Προστασίας Αρχαιολογικού Χώρου Α΄, κατόπιν σχετικής γνωμοδό-

τησης του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου. Ο αιτών είχε προβάλει (μεταξύ

άλλων) λόγους που αναφέρονταν στην κακή σύνθεση του Κ.Α.Σ. και στη νομιμό-

τητα της γνωμοδοτικής διαδικασίας. Η πλειοψηφήσασα άποψη δέχθηκε, ακολου-

θώντας και την ομόφωνη παραπεμπτική απόφαση του Ε΄ Τμήματος

33

, ότι:

«Όταν προσβάλλεται με αίτηση ακυρώσεως υποστατή διοικητική πράξη που

έχει εκδοθεί κατά δεσμία αρμοδιότητα και έχει απορρίψει αίτημα διοικουμέ-

νου, είναι αλυσιτελής η έρευνα λόγων ακυρώσεως αναγομένων στη νόμιμη

συγκρότηση ή σύνθεση του οργάνου που την εξέδωκε ή γνωμοδότησε για

την έκδοσή της, εφόσον ο αιτών δεν αμφισβητεί τα πραγματικά περιστατι-

κά και το Δικαστήριο καταλήγει στην κρίση ότι δεν ήταν κατά νόμο επιτρε-

πτή η έκδοση της πράξεως με το αξιούμενο από τον αιτούντα περιεχόμενο.

Και τούτο διότι η ακύρωση της πράξεως για τον ως άνω τυπικό λόγο, δεν

καταλείπει στη Διοίκηση, που οφείλει να κρίνει εκ νέου το εκκρεμές αίτημα

30. Αντιπροσωπευτικά για μια πάγια νομολογία επί υπαλληλικών προσφυγών βλ. ΣτΕ 2677, 2041/2013,

3354/2010, 4068/2009, 1439, 584/2008, 250/2006, 1127/2005, 1159/2004, 311/2003, 2841/1999,

4252, 3923, 3216/1998, 4760/1987 κ.ά.

31. ΕΔΚΑ 2003, σ. 429 = Αρμ 2003, σ. 558.

32. Βλ. κατωτέρω Κεφ. III Β 5 α).

33. ΣτΕ 1822/2001.