Previous Page  50 / 54 Next Page
Information
Show Menu
Previous Page 50 / 54 Next Page
Page Background

96

ΑΤΟΜΙΚΕΣ ΕΡΓΑΣΙΑΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ

οποία προκύπτει ότι ο χαρακτηρισμός των συμβατικών σχέσεων ανήκει στο δικα-

στήριο, το οποίο, αξιολογώντας τα πραγματικά περιστατικά της κάθε συγκεκριμένης

περίπτωσης προσδίδει τον ορθό νομικό χαρακτηρισμό στη σύμβαση, κρίση η οποία

στη συνέχεια ελέγχεται αναιρετικά στα πλαίσια του άρθρου 560 αρ. 1 ΚΠολΔ

50

.

Πάντως, όλες οι περιπτώσεις νομοθετικού χαρακτηρισμού μιας εργασιακής σχέσης ως εξαρτη-

μένης ή ανεξάρτητης εργασίας δεν είναι οι ίδιες. Στην περίπτωση, για παράδειγμα, του επαγγέλμα-

τος του εκτελωνιστή, ο νομοθέτης δεν χαρακτηρίζει απλώς την σχέση ως ελεύθερο επάγγελμα, αλλά

απερίφραστα απαγορεύει την παροχή εκτελωνιστικών υπηρεσιών με άλλη σχέση πλην της σχέσης

ανεξαρτήτων υπηρεσιών. Στην περίπτωση όμως του νομοθετικού χαρακτηρισμού της εργασιακής

σχέσης των ξεναγών με το άρθρο 37 του Ν 1545/1985 ως σχέσης εξαρτημένης εργασίας, θεωρούμε

ότι ο νομοθέτης δεν απαγορεύει την παροχή των υπηρεσιών του ξεναγού με σχέση ανεξαρτήτων

υπηρεσιών, αλλά με τη διάταξη αυτή απλώς θέτει τεκμήριο, κατά τη γνώμη μας μαχητό, ότι οι ερ-

γασιακές σχέσεις των ξεναγών είναι σχέσεις παροχής εξαρτημένης εργασίας, χωρίς ωστόσο να απο-

κλείεται στη συγκεκριμένη περίπτωση να ανατραπεί το τεκμήριο αυτό και να θεμελιωθεί ότι παρέ-

χονται υπηρεσίες ξενάγησης και με σχέση ανεξαρτήτων υπηρεσιών. Τέλος, ο νομοθέτης παρεμβαί-

νει και ορίζει υποχρεωτικά το δικηγορικό επάγγελμα ως «ελεύθερο», ακόμη και εάν αυτό ασκείται

στα πλαίσια σχέσης έμμισθης εντολής ή με μισθό (άρθρο 3 Ν. 4194/2013 Κώδικας Δικηγόρων)

51

.

Τεκμήριο περί ύπαρξης εξαρτημένης εργασίας

52

Ειδικότερη περίπτωση νομοθετικής παρέμβασης είναι αυτή του άρθρου 1 § 1

εδ. α’ Ν 2639/1998 (όπως ισχύει μετά το άρθρο 1 Ν 3846/2010)

53

. Συγκεκριμένα,

μολονότι γενικώς η ύπαρξη ή μη ύπαρξη σύμβασης εξαρτημένης εργασίας κρίνεται

ελεύθερα από το δικαστήριο με βάση το σύνολο των συντρεχόντων περιστατικών,

ειδικά στην περίπτωση κατά την οποία μεταξύ εργοδότη και απασχολούμενου συ-

50. Ολ ΑΠ 7/2011 ΝοΒ 59, 2011, 961, 1603, ΑΠ 22/2014 ΕΕργΔ 73, 2014, 350 = ΕΑΕΔ 49,

2015, 1109.

51. ΜΠρΑθ 126/2010 ΔΕΝ 68, 2012, 1528.

52. Η διάκριση μεταξύ νομοθετικής απαγόρευσης από την ίδρυση απλού τεκμηρίου περί του

χαρακτηρισμού μιας εργασιακής έχει προφανείς έννομες συνέπειες. Εάν για παράδειγμα

ένας εκτελωνιστής απασχοληθεί κατά παράβαση του νόμου με εργασιακή σχέση που έχει

τα χαρακτηριστικά εξαρτημένης εργασίας, δεν μπορεί βεβαίως να ανατραπεί η πραγματι-

κή ίδρυση εξαρτημένης εργασιακής σχέσης, λόγω όμως της νομοθετικής απαγόρευσης η

συμβατική σχέση είναι άκυρη και επάγονται βεβαίως όλες οι έννομες συνέπειες μιας τέ-

τοιας άκυρης σχέσης (Βλ. ειδικά για περίπτωση άκυρης εργασιακής σχέσης εκτελωνιστή

MΠρΠειρ 117/1994 ΔEE 4/1995, 308). Αντίθετα, δεν τίθεται ζήτημα ακυρότητας της εργασι-

ακής σχέσης ξεναγού εκ του λόγου ότι δεν έχει τα χαρακτηριστικά της εξαρτημένης εργασί-

ας. Στην περίπτωση αυτή το ζήτημα που δημιουργείται είναι μόνο στο επίπεδο της ανατρο-

πής του τεκμηρίου περί του εξαρτημένου της εργασιακής σχέσης. Κατά τα άλλα η εργασια-

κή σύμβαση είναι έγκυρη ανεξαρτήτως του τελικού χαρακτηρισμού της εργασιακής σχέσης

ως εξαρτημένης ή ανεξάρτητης. Με την αρχική διατύπωση του άρθρου 1 § 2 Ν 1998 είχε ει-

σαχθεί αρνητικό τεκμήριο περί μη ύπαρξης εξαρτημένης εργασίας (περί αυτού βλ.

Μπακό-

πουλος Κ.,

Το τεκμήριο της ανεξάρτητης εργασίας στον Ν 2639/1988, ΔΕΝ 55,1999, σελ. 7

επ.). Μετά την πρόσφατη τροποποίηση της εν λόγω διάταξης, το τεκμήριο αυτό διατυπώ-

θηκε πλέον υπό τη θετική του μορφή.

53. ΜΠρΑθ 126/2010 ΔΕΝ 68, 2012, 1528.