Previous Page  46 / 50 Next Page
Information
Show Menu
Previous Page 46 / 50 Next Page
Page Background

270

ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΤΗΣ ΠΤΩΧΕΥΣΗΣ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε

2. Και στο δίκαιο του ΠτΚ υπάρχουν περιπτώσεις, όπου το δικαστήριο ή ο σύνδικος μπορεί να δια-

βαθμίσει σε κάποιο βαθμό την επέλευση των πτωχευτικών αποτελεσμάτων. Π.χ. το δικαστήριο μπο-

ρεί να αναθέσει στον οφειλέτη τη διοίκηση της περιουσίας του και μάλιστα εν όλω ή εν μέρει (ΠτΚ

18), κάτι που σχετικοποιεί την πτωχευτική απαλλοτρίωση. Επίσης στις περιπτώσεις δυνητικής ανά-

κλησης (ΠτΚ 43), ο σύνδικος (όχι όμως και το δικαστήριο) μπορεί να σταθμίσει την αναγκαιότητα

της ανατροπής των πράξεων του οφειλέτη (βλ. παρακάτω, § 40 Ε ΙΙΙ).

Κανόνας είναι όμως ότι τα

αποτελέσματα επέρχονται χωρίς δυνατότητες εξαίρεσης.

B. Συνέπειες της πτώχευσης ή πτωχευτικές συνέπειες;

Δεν πρόκειται για απλώς ορολογική απορία. Ουσία του διλήμματος είναι αν οι συνέπειες που προ-

βλέπει το ΠτΔ απαιτούν

κηρυγμένη

πτώχευση, ή αν είναι νοητό ορισμένες από αυτές να επέρχονται

και

πριν

ή και

ανεξάρτητα

από την κήρυξη της πτώχευσης. Η απάντηση είναι ότι κατά κανόνα οι συ-

νέπειες επέρχονται με την κήρυξη της πτώχευσης. Ωστόσο, είναι νοητό να υπάρξουν

πτωχευτικές

συνέπειες

και χωρίς κηρυγμένη πτώχευση. Ένα παράδειγμα είναι η μη κήρυξη της πτώχευσης, αν

λείπει ενεργητικό ικανό να καλύψει ακόμη και τα έξοδα της διαδικασίας (ΠτΚ 3 § 4), οπότε επέρχο-

νται ορισμένες πτωχευτικές συνέπειες (βλ. § 18 B III). Άλλο παράδειγμα είναι η επέλευση ορισμέ-

νων πτωχευτικών συνεπειών ήδη με την υποβολή της αίτησης υπαγωγής σε συλλογική διαδικασία.

Π.χ. η αμερικανική νομοθεσία προβλέπει ότι η υποβολή αίτησης οφειλέτη για υπαγωγή στο κεφά-

λαιο 11 του Βankruptcy Code 1978, επάγεται αμέσως την αναστολή των ατομικών διώξεων. Παρό-

μοια ρύθμιση είναι γνωστή και στην Ελλάδα

339

.

Παρεμφερές ζήτημα είναι η

προενέργεια

ορισμένων συνεπειών. Π.χ. στο γερμανικό δίκαιο προβλέ-

πεται ότι από τη στιγμή που επήλθε αδυναμία πληρωμών ή (επί εταιριών) υπερχρέωση, η εταιρική

διοίκηση δεν επιτρέπεται να διενεργεί πληρωμές, εκτός από εκείνες που είναι συμβατές με συνετή

διαχείριση (§ 92 II AktG, § 64 GmbHG), άλλως ευθύνεται έναντι της εταιρίας

340

. Πρόκειται για μια

μορφή πρόωρης πτωχευτικής απαλλοτρίωσης. Παρομοίως το άρθρο 172 § 1 ΠτΚ τιμωρεί τον οφει-

λέτη που, ενώ βρίσκεται σε κατάσταση παύσης πληρωμών ή σε κατάσταση επαπειλούμενης αδυνα-

μίας πληρωμής, ικανοποιεί πιστωτή ή του παρέχει ασφάλεια εν γνώσει του ευνοώντας αυτόν έναντι

των λοιπών πιστωτών. Αυτά υποδηλώνουν τη μεγάλη προσοχή, με την οποία ο οφειλέτης πρέπει

να διαχειρίζεται τις υποθέσεις του στο διάστημα μετά την παύση πληρωμών. Δεν σημαίνουν όμως

ότι αυτό που συμβαίνει μετά την πτώχευση ισχύει απαράλλαχτο ήδη από πριν. Ήταν δε υπερβολική

η παλαιότερη νομολογία, κατά την οποία ο έμπορος που βρισκόταν σε κατάσταση παύσης πληρω-

μών δεν εδικαιούτο να καταβάλει χρέη του (ακόμη και μισθούς!), για το λόγο ότι το άρθρο 679 αρ.

4 ΕμπΝ τιμωρούσε με την ποινή της απλής χρεωκοπίας τον οφειλέτη που μετά την παύση των πλη-

ρωμών «επλήρωσε πιστωτήν τινα προς βλάβην της ομάδος». Με βάση την αντίληψη αυτή ο ΑΠ είχε

καταλήξει στο συμπέρασμα ότι «απαγορεύονται ουσιαστικά οι πληρωμές στον πτωχεύσαντα μετά

την ημερομηνίαν της παύσης των πληρωμών»

341

και μάλιστα υπό την έννοια ότι η μη καταβολή δεν

339. Κατά την § 4 του (καταργηθέντος) άρθρου 46 ν. 1892/1990, «από την επομένη ημέρα της υποβο-

λής της αίτησης στο εφετείο για τη θέση της επιχείρησης υπό εκκαθάριση απαγορεύεται η αναγκαστι-

κή εκτέλεση, η λήψη παντός ασφαλιστικού μέτρου και η κήρυξη της πτώχευσης». Παρόμοιες διατά-

ξεις απαντώνται σήμερα στο άρθρο 13 § 1

ν. 4469/2017

(εξωδικαστικός μηχανισμός ρύθμισης οφει-

λών), άρθρο 106 ΠτΚ (διαδικασία εξυγίανσης) και στο άρθρο 4 § 5 ν. 3869/2010 (υπερχρεωμένα φ.π.).

340. Βλ. BGH 16.3.2009 NJW 2009, 2454, BGH 19.11.2013 NJW-S 2014, 47.

341. Π.χ. ΑΠ 1088/1989 ΝοΒ 1989, 1263, ΑΠ 1590/1990 ΝοΒ 1991, 439, ΑΠ 397/1993 Δελτίον Συνδέ-

σμου Α.Ε. & ΕΠΕ 1993, 574, ΑΠ 1701/2003 ΝοΒ 2004, 647, ΑΠ 565/2007 ΝοΒ 2007, 1892, ΜΠλημΑθ

4240/1996, 95, βλ. και

Στεφανάκη

, ΕΕμπΔ 1997, 99 – όμως και ΑΠ 400/2004 ΝοΒ 2004, 1056, κατά