Βαθμίδες εξέλιξης και τυπολογία των ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων
34
τη ρωμαϊκή κατάκτηση. Στην ίδια τη Ρώμη το, κατά βάση ολιγαρχικό, πολί-
τευμα της res publica (στα ελληνικά ο όρος θα μπορούσε να αποδοθεί ως
«αβασίλευτη πολιτεία») εκφυλίστηκε σε μια σειρά αιματηρών συγκρούσεων
για περίπου εκατό χρόνια (από τη δολοφονία του Τιβέριου Γράκχου το 133
π.Χ. και μετά). Η κατάληξη ήταν η επιβολή της αυτοκρατορικής εξουσίας του
τελικού νικητή των εμφυλίων πολέμων Οκταβιανού, ουσιαστικά το 31 π.Χ.
(ναυμαχία του Άκτιου) και τυπικά το 27 π.Χ. (οπότε μπορεί να τοποθετηθεί η
έναρξη της περιόδου του principatum). Το αργότερο τότε τα πολιτικά δικαι-
ώματα των ίδιων των Ρωμαίων έχασαν κάθε πρακτική σημασία, γιαυτό άλ-
λωστε και η απονομή της ιδιότητας του Ρωμαίου πολίτη περίπου στο σύνολο
των ελεύθερων κατοίκων με διάταγμα του αυτοκράτορα Καρακάλλα το 212
μ.Χ. πέρασε σχεδόν απαρατήρητη
11
.
Η περίοδος από τον 1
ο
αιώνα π.Χ. και μετά χαρακτηρίζεται μάλιστα, μετα-
ξύ άλλων, από την εξαπόλυση κυμάτων κρατικής τρομοκρατίας, είτε για πο-
λιτικούς λόγους (οι περιβόητες «προγραφές») είτε για θρησκευτικούς (κυρίως
διωγμοί κατά χριστιανών, τους τρεις πρώτους μετά Χριστόν αιώνες, αλλά και
αντίστροφα στη συνέχεια). Η ζωή, η ελευθερία και η περιουσία των υπηκόων
της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας ήταν εκτεθειμένες στην αυθαιρεσία της εξουσί-
ας τόσο από πραγματική, όσο όμως και από νομική άποψη. Η κατάσταση του
ρωμαϊκού δημοσίου δικαίου, ιδίως από την lex de imperio Vespasiani (69/70
μ.Χ.)
12
και μετά, μπορούσε να περιγραφεί με τα δύο αξιώματα, στα οποία το
συνόψισε ο Ουλπιανός περίπου ενάμισι αιώνα αργότερα: Ο αυτοκράτορας
απαλλάσσεται από νομικές δεσμεύσεις (princeps legibus solutus est) και νό-
μος είναι ό,τι αρέσει στον αυτοκράτορα (quod principi placuit, legis habet
vigorem)
13
. Συνέχεια του ρωμαϊκού δεσποτισμού αποτέλεσε εξάλλου, για πολ-
λούς αιώνες, το «βυζαντινό» πολίτευμα. Το πιο αξιοσημείωτο γεγονός της ρω-
μαϊκής εποχής, σε ό,τι αφορά την προϊστορία των ανθρωπίνων δικαιωμά-
των, ήταν το διάταγμα του Μεδιολάνου (σημερινού Μιλάνου) το 313 μ.Χ. ,
όταν οι συναυτοκράτορες Κωνσταντίνος και Λικίνιος διακήρυξαν την αρχή
της ανεξιθρησκίας. Η ισχύς του ήταν όμως εφήμερη, καθώς η επικράτηση
του χριστιανισμού τις επόμενες δεκαετίες συνοδεύτηκε από νέους θρησκευ-
τικούς διωγμούς, κατά ειδωλολατρών και αιρετικών
14
. Η ανεξιθρησκεία του
Μεδιολάνου ήταν λοιπόν ένας προσωρινός πολιτικός συμβιβασμός και όχι
μια εδραιωμένη ιστορική κατάκτηση.
Στα μεσαιωνικά χρόνια (από τον 5
ο
αιώνα μ.Χ. και έπειτα) επικράτησε στα-
διακά στο μεγαλύτερο μέρος της Ευρώπης ο φεουδαρχικός τρόπος παρα-
γωγής. Καίριο χαρακτηριστικό των φεουδαρχικών κοινωνιών ήταν η σύζευ-
ξη εκκλησιαστικής και κοσμικής εξουσίας, ως άμεσο απότοκο του καθοριστι-
11. Βλ. J. ELLUL, Histoire des Institutions, 1-2,
8
1992, 413 επ, 489 επ.
12. Βλ. Ν.ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΥ, Ρωμαϊκόν δίκαιον, Α΄, 1974, 140 επ.
13. DigestaI, 3, 31 και I, 4, 1.
14. Βλ. D. NICHOLAS, Η εξέλιξη του μεσαιωνικού κόσμου, ελλ. μτφ. 1999, 60 επ.