Previous Page  10 / 38 Next Page
Information
Show Menu
Previous Page 10 / 38 Next Page
Page Background

ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΔΙΕΥΚΡΙΝΙΣΕΙΣ

1.

Η μελέτη που ακολουθεί, αναφέρεται στο ζήτημα των πραγματογνωμόνων –

δηλ. τελικώς, της πραγματογνωμοσύνης- που είναι αποδεικτικό μέσο. Εν πρώ-

τοις, ανακύπτει ένα ορολογικό πρόβλημα, καθώς πραγματογνωμοσύνη σημαίνει

έκφραση γνώμης –προφανώς επιστημονικής ή ειδικά τεκμηριωμένης στο επίπε-

δο της τέχνης- από ειδικούς, οι οποίοι με συγκεκριμένη και νομοθετικά καθορι-

σμένη διαδικασία, προσλαμβάνονται από το δικάζον δικαστήριο προκειμένου να

γνωμοδοτήσουν σχετικά. Ωστόσο, οι δικαστές δεν απεμπολούν την δικαιοδοτική

τους λειτουργία –κάτι που διαφορετικά θα αντέβαινε προς το άρθρο 87 Συντ. κα-

τά το οποίο «η δικαιοσύνη απονέμεται από δικαστήρια συγκροτούμενα από τα-

κτικούς δικαστές, που απολαμβάνουν λειτουργική και προσωπική ανεξαρτησία»

- αλλά κατά την άσκηση των καθηκόντων τους υπόκεινται μόνο στο Σύνταγμα και

στους νόμους και σε καμία περίπτωση δεν υποχρεούνται να συμμορφώνονται με

διατάξεις που έχουν τεθεί κατά κατάλυση του Συντάγματος. Άλλωστε, κατά τη θε-

μελιώδη και μη αναθεωρητέα διάταξη του άρθρου 26 Συντάγματος, που συγκα-

θορίζει τη βάση και τη μορφή του πολιτεύματος, ως Προεδρευόμενης Κοινοβου-

λευτικής Δημοκρατίας, η δικαστική λειτουργία ασκείται από τα δικαστήρια και οι

αποφάσεις τους εκτελούνται στο όνομα του Ελληνικού Λαού. Οι πραγματογνώ-

μονες όμως, ως εκτός δικστηρίου πρόσωπα με ειδική κατάρτιση, δεν είναι δικα-

στές, αλλά και δεν παράγουν με τη γνωμοδότησή τους «δεσμία κρίση» γι’ αυτούς,

πλην όμως, η εκφορά της επιστημονικής τους γνώμης ή της θέσης τους επί θεμά-

των τέχνης, δυσχερούς περιεχομένου, εξικνείται έως την απροσωπόληπτη κρίση

και τη φωνή της συνείδησης των δικαζόντων δικαστών (άρθρο 177 παρ. 1 ΚΠΔ),

δηλαδή μέχρι την ενύλωση της κρατούσας

αρχής της ηθικής απόδειξης

. Πρόκει-

ται για την κατάκτηση της ουσιαστικής αλήθειας, μέσω της δικονομικής διάγνω-

σης της ενοχής ή της αθωότητας του κατηγορουμένου, η οποία συνιστά σκοπό δι-

εξαγωγής της ποινικής δίκης. Ειδάλλως, θα αναβίωνε το καταργηθέν και επί αιώ-

νες ισχύσαν σύστημα της

αυτοδικίας

, κατάλοιπο της οποίας απαντούμε στο άρ-

θρο 331 ΠΚ, αν και ερίζεται το έννομο αγαθό που προστατεύει η διάταξη, η οποία

μολονότι εντάσσεται στην ποινική προστασία της προσωπικής ελευθερίας, φρο-

νώ –ειρήσθω εν παρόδω– ότι κατατείνει σε απειλητικό επίπεδο, να διαφυλάξει τη

δικαστική απονομή της δικαιοσύνης. Σύμφωνα, με τον όρο

πραγματογνωμοσύ-

νη

, φαίνεται ότι η πρώτη προκείμενή του –πρόταση ή κρίση του συλλογισμού στη

διαλεκτική του Αριστοτέλη, βλ. Τοπικά Α10– αφορά ή σημειολογικά παραπέμπει

στη

γνωμοδότηση επί πράγματος

. Αίφνης λοιπόν, υποχρεούμαστε να προστρέ-

ξουμε στην έννοια του πράγματος, κατά το Εμπράγματο δίκαιο, προς εννοιολογι-

κή της αποσαφήνιση. Κατ’ αυτό τον τρόπο, στο άρθρο 947 ΑΚ ορίζεται ότι «πράγ-

ματα, κατά την έννοια του νόμου, είναι μόνο ενσώματα αντικείμενα και ότι πράγ-

ματα λογίζονται και οι φυσικές δυνάμεις ή ενέργειες, ιδίως το ηλεκτρικό ρεύμα

και η θερμότητα, εφόσον υπόκεινται σε εξουσίαση, όταν περιορίζονται σε ορισμέ-

νο χώρο». Πράγμα είναι ως εκ τούτου, κάθε ενσώματο, απρόσωπο, αυθύπαρ-

κτο και ατομικώς ορισμένο αντικείμενο, απολύτως δεκτικό ανθρώπινης εξουσία-