Previous Page  14 / 38 Next Page
Information
Show Menu
Previous Page 14 / 38 Next Page
Page Background

ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΔΙΕΥΚΡΙΝΙΣΕΙΣ

13

3.

Η

πραγματογνωμοσύνη

είναι σχετικώς μια νεοπαγής έννοια αποδεικτικού μέ-

σου, εφόσον δεν απαντάται στην προκλασική, την κλασική, τη βυζαντινή αρχαιό-

τητα. Δεν υπάρχει στο κεφάλαιο 48 και 49 των Digesta του Ιουστινιανού, στο εικο-

στό έβδομο και ύστερα κεφάλαιο της Νομοθεσίας Μακεδόνων, ούτε στο βιβλίο 60

των Βασιλικών. Η πραγματογνωμοσύνη

συνδέεται

με

την ειδίκευση του δικαστι-

κού σώματος

, που αποτελεί μία από τις επιπτώσεις της κεφαλαιοκρατικής έκρη-

ξης του 18

ου

και 19

ου

αιώνος. Η νομική περιχαράκωση των δικαστών –λόγω επιδι-

ωχθείσας αίγλης, κρατήσασας νοοτροπίας και προϊούσας απαγκίστρωσης από το

αιμοσταγές παρελθόν των

νομικών αποδείξεων

–άφησε –εκ των πραγμάτων – ευ-

ρύ πεδίο για δράση εξωδικαστικών παραγόντων, χρήσιμων –κατά τα άλλα– στην

διάγνωση της ουσιαστικής αλήθειας στην ποινική δίκη. Αυτό όμως, δεν υπήρξε

αποκλειστικά φιλελεύθερη επιλογή με όριο άμυνας την ηθική απόδειξη των δι-

καστών, οπότε διασφαλίζεται η εγγυητική λειτουργία του ποινικού δικαίου, κα-

θότι στην προβληματική του doing justice, νεομαρξιστές ειδικοί, όπως ο

Adrew

von Hirsch

, ο

Andenaes

κ.ά., υποστηρίζουν μια δικαιϊκή πολιτική hands-off, που

ως –άλλο «λιγότερο κράτος»– αυτοπεριορίζεται η δικαιοσύνη, απεκδυόμενη πρό-

σθετου έργου, το οποίον συμβουλευτικά καταλαμβάνουν μάρτυρες, έγγραφα και

πραγματογνώμονες

. Ιδίως, η πολλών ειδών πραγματογνωμοσύνη, διέπεται από

μία

χρονική κλιμάκωση

, ανάλογα με την πρόοδο της επιστήμης και την κυρίαρχη

νομοθετική βούληση. Το πρώτο, δεν συνεπάγεται κατ’ ανάγκη το δεύτερο, καθώς

η ενλόγω βούληση καθορίζει την αποδοχή ή την απόρριψη (λ.χ.

Κάφκα

, Η απόρ-

ριψη).

Στην αρχαιότητα απαντάται ένα εξαιρετικού ενδιαφέροντος και σημασίας από-

σπασμα από τη Ρητορική Τέχνη του Αριστοτέλη (Ρητορική Τέχνη Α, 1355 b 35 επ.):

«Των δε πίστεων αι μεν άτεχνοι είσιν αι δ’ έντεχνοι. Άτεκνα δε λέγω όσα μη δι’

ημών πεπόρισται αλλά προϋπήρχεν, οίον μάρτυρες βάσανοι συγγραφαί και όσα

τοιαύτα, έντεχνα δε όσα δια της μεθόδου και δι’ ημών κατασκευασθήναι δυνατόν,

ώστε δει τούτων τοις μεν χρήσασθαι τα δε ευρείν. Των δε δια του λόγου ποριζομέ-

νων πίστεων τρία είδη εστίν· αι μεν γαρ εισιν εν τω ήθει του λέγοντος αι δε εν τω

τον ακροατήν διαθείναι πως, αι δε εν αυτώ τω λόγω δια του δεικνύναι ή φαίνε-

σθαι δεικνύναι. Δια μεν ουν του ήθους, όταν ούτω λεχθή ο λόγος ώστε αξιόπιστον

ποιήσας τον λέγοντα … Δια δε των ακροατών, όταν εις πάθος υπό του λόγου προ-

αχθώσιν … Δια δε τον λόγον πιστεύουσιν, όταν αληθές ή φαινόμενον δείξωμεν εν

των περί έκαστα πιθανών. Επεί δ’ αι πίστεις δια τούτων είσι, φανερόν ότι ταύτας

τα τρία εστί λαβείν του συλλογίσασθαι δυναμένου και του θεωρήσαι περί τα ήθη,

και περί τας αρετάς και τρίτον περί τα πάθη, τι τε έκαστον έστι των παθών και ποί-

όν τι και εκ τινων εγγίνεται και πως, ώστε συμβαίνει την ρητορικήν οίον παραφυ-

ές τι της διαλεκτικής είναι και της περί τα ήθη πραγματείας, ην δίκαιόν εστι προ-

σαγορεύειν πολιτικήν … Των δε δια του δεικνύναι ή φαίνεσθαι δεικνύναι, καθά-

περ και εν τοις διαλεκτικοίς το μεν επαγωγή έστιν, το δε δυλλογισμός, το δε φαι-

νόμενος συλλογισμός και ενταύθα ομοίως· έστι γαρ το μεν παράδειγμα επαγωγή,

το δ’ ενθύμημα συλλογισμός, [το δε φαινόμενον ενθύμημα φαινόμενος συλλογι-

σμός]. Καλώ δ’ ενθύμημα μεν ρητορικόν συλλογισμόν, παράδειγμα δε επαγωγήν

ρητορικήν … ώστ’ είπερ και όλως ανάγκη ή συλλογιζόμενον ή επάγοντα δεικνύναι