

Η ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΟΥ DNA
217
χές, δεν αποτελεί ασφαλές κριτήριο για την κατάγνωση της ενοχής του υπόπτου,
αλλά η ταύτιση ακόμη πλειόνων οδηγεί στη συναγωγή ασφαλέστερων διαγνωστι-
κών συμπερασμάτων. Για να εκτιμηθεί ασφαλέστερα η μαθηματική προβολή του
αποτελέσματος της μελέτης περισσότερων πολυμορφικών περιοχών, θα πρέπει
να αντιπαραβληθεί με το μέγεθος της τράπεζας γενετικών δεδομένων που ελήφθη
υπόψη κατά τον προσδιορισμό αυτής της συχνότητας. Και πάλιν όμως, η απόλυ-
τη ταύτιση του γενετικού αποτυπώματος με το αντίστοιχα ενυπάρχον σε μία τρά-
πεζα γενετικών δεδομένων, δεν θα πρέπει να εκλαμβάνεται ως το τέλος της ανά-
κρισης, αλλά ως έναρξη μιας επιπρόσθετης και επίπονης ερευνητικής διαδικασί-
ας. Η στατιστική πιθανότητα εσφαλμένων πορισματικών κρίσεων ελαχιστοποιεί-
ται, όταν διενεργείται σύγκριση του γενετικού αποτυπώματος του υπόπτου προς
το αντίστοιχο των βιολογικών υλικών – πειστηρίων που ανευρέθησαν στη σκηνή
ενός συγκεκριμένου εγκλήματος, στο οποίο φέρεται ως εμπλεκόμενος ο συγκε-
κριμένος ύποπτος.
— Πρέπει να σημειωθεί ότι η «μοναδικότητα» του DNA δεν είναι στατιστικό μέγε-
θος και πάντως, διαδραματίζει σπουδαίο ρόλο στην ποινική διαδικασία, ο τρόπος
παρουσίασης των στατιστικών αποτελεσμάτων της ανάλυσης DNA. Ο ορθός τρό-
πος της εν λόγω παρουσίασης είναι λ.χ. η πιθανότητα να προκύψει ο γονότυπος
Χ, εάν το DNA του γενετικού δείγματος ελήφθη από άτομο διαφορετικό από τον
κατηγορούμενο, είναι 1 στο 1 εκατομμύριο, αλλά συνήθως ο κατήγορος παρου-
σιάζει το ανωτέρω αποτέλεσμα της ανάλυσης με αντίστροφη προσέγγιση, δηλ.
υπάρχει μόνο 1 στις 1 εκατομμύριο πιθανότητα να είναι αθώος ο κατηγορούμενος.
Στην πρώτη περίπτωση δίνεται έμφαση στη συχνότητα εμφάνισης του γονότυπου
στον πληθυσμό, ενώ στη δεύτερη, η κρίση επικεντρώνεται στη ενοχή ή αθωότη-
τα του κατηγορουμένου, εν σχέσει προς τη συχνότητα του γονότυπου του DNAστο
γενετικό υλικό. Η εν λόγω εσφαλμένη θεώρηση έχει επικρατήσει να ονομάζεται
«Σοφιστεία του κατηγόρου», δηλ. προβαίνει στην ενοχοποίηση του κατηγορουμέ-
νου πριν από την αξιολόγηση των αποτελεσμάτων της DNAανάλυσης.
ΙΙ. Το ενδιαφέρον της Ανακριτικής και της Ποινικής Δικονομίας
για την ανάλυση του DNA
102
Η ανακάλυψη του δεοξυριβονουκλεϊκού οξέος (deoxyribonucleic acid ή DNA) το
1865 από τον Αυστριακό μοναχό
Mendel
, η αποκρυπτογράφηση της δομής του και
102. Βλ. σχετ.,
Grill, P. et al.,
An Evaluation of DNA Gingerprinting for Rorensic Purposes, Elec-
trophoresis, 8 (1987), 38. —
Griusti, A. et al.,
Application of Deoxyribonucleic Acid (DNA)
Polymorphisms to the Analysis of DNA Reovered from Sperm, Journal of Forensic Sciences,
31 (1986), 409. —
Hicks, J. W.,
DNAProfiling - ATool for Law Enforcement, FBI Law enforce-
ment Bulletin, 57, no. 8 (1988), 1. —
Kanter, E., et al.,
Analysis of Restriction Fragment
Length Polymorphisms in Deoxyribonucleic Acid (DNA) Recovered from Dried Bloodstains,
Journal of Forensic Sciences, 31 (1986), 403. —
Logtenberg, H.,
and
F. Bakker,
The DNA
Fingerprint, Endeavour, New Series, 12 (1988), 28. —
Moenssens, A. A.,
F. E. Inban, and
J. Starrs, Scientific Evidence in Criminal Cases, 3rd. ed. Mineola, N. Y.: Foundation Press,
1986.