Η ΙΣΧΥΟΥΣΑ ΠΟΙΝΙΚΗ ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΩΝ ΑΝΗΛΙΚΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
253
Κ. ΚΟΣΜΑΤΟΣ
ων αυτών στο πρόσωπο του ανήλικου δράστη προφανώς θα πρέπει να οδηγήσει
την δικαστική κρίση στην μη επιβολή του ποινικού σωφρονισμού.
Ο προβληματισμός που αναπτύχθηκε παραπάνω συνδέεται άμεσα με το θέμα της
αιτιολόγησης των αποφάσεων των ποινικών δικαστηρίων, για το οποίο γίνεται
λόγος αναλυτικά παρακάτω.
δ) Κρίση για την αναγκαιότητα επιβολής του ποινικού σωφρονισμού
Εκτός από τις παραπάνω τυπικές προϋποθέσεις για την επιβολή του ποινικού σω-
φρονισμού απαιτείται να κριθεί ότι η επιβολή του ποινικού σωφρονισμού είναι
αναγκαία (πρβλ. τη διάταξη του άρθρου 126 παρ. 3 ΠΚ). Κατά την προηγούμε-
νη διατύπωση (πριν την τροποποίησή της με το Ν 3860/2010) της διάταξης του άρ-
θρου 127 παρ. 1 ΠΚ η αναγκαιότητα για την επιβολή του ποινικού σωφρονισμού
αναφερόταν στην «συγκράτηση του ανηλίκου από την τέλεση αξιοποίνων πράξε-
ων στο μέλλον». Είναι εμφανές ότι η προγενέστερη ρύθμιση, η οποία χρησιμοποι-
ούσε αξιολογικά κριτήρια που οδηγούσαν στην πρόγνωση
200
της μελλοντικής συ-
μπεριφοράς του ανηλίκου, δημιουργούσε βάσιμα ζήτημα συνταγματικότητας (άρ-
θρα 2 παρ. 1, 5 παρ. 1 και 7 παρ. 1 του Συντάγματος) της σχετικής νομοθετικής
πρόβλεψης
201
. Πλέον, με τις ισχύουσες διατάξεις, η κρίση για την αναγκαιότητα
της επιβολής του ποινικού σωφρονισμού εστιάζεται κυρίως σε αντικειμενικά με-
γέθη, όπως είναι η βαρύτητα της πράξης που τελέστηκε, σε συνδυασμό βέβαια με
την προσωπικότητα του δράστη.
Με δεδομένο ότι η επιβολή του ποινικού σωφρονισμού σε ανήλικο δράστη είναι
δυνητική, κατά ρητή πρόβλεψη στη διάταξη του άρθρου 127 παρ. 1 εδ. δ’ ΠΚ, θα
πρέπει να κριθεί αιτιολογημένα (βλ. αμέσως παρακάτω) ότι στην προκειμένη πε-
ρίπτωση δεν επαρκεί η επιβολή αναμορφωτικών μέτρων (άρθρο 122 ΠΚ) ούτε συ-
ντρέχει λόγος επιβολής θεραπευτικών μέτρων (άρθρο 123 ΠΚ).
Γ. Ειδική αιτιολογία για την επιβολή του ποινικού σωφρονισμού
Σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 127 παρ. 1 εδ. δ’ προβλέπεται «η απόφαση
πρέπει να περιέχει ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία από την οποία να προ-
κύπτει γιατί τα αναμορφωτικά ή θεραπευτικά μέτρα δεν κρίνονται στη συγκεκρι-
μένη περίπτωση επαρκή, λαμβανομένων κατά περίπτωση υπόψη των ιδιαίτερων
200. Πρβλ. την κριτική θέση για την έννοια της επικινδυνότητας σε
Σ. Αλεξιάδη
, Η επικινδυνό-
τητα του εγκληματία, ένα στοιχείο πλαστό, εις Μνήμη Χωραφά-Γάφου-Γαρδίκα, τ. ΙΙ, 1986,
143 επ.
201. Βλ. σχετικά
Α. Πιτσελά,
Η ποινική αντιμετώπιση της εγκληματικότητας των ανηλίκων,
ζ’ έκδοση, εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα - Θεσσαλονίκη 2013, 269. Βλ. επίσης και
Σ. Αλεξιάδη
,
Εγκληματολογία, εκδ. Σάκκουλα, Θεσσαλονίκη 1989, 169, όπου εύστοχα επισημαίνονται
προβλήματα συνταγματικότητας (άρθρο 7 παρ. 1 του Συντάγματος) για την επιβολή του
ποινικού σωφρονισμού, καθώς η σχετική κρίση ανάγεται και έχει ως βασικό άξονα την δυ-
σμενή πρόγνωση της προσωπικότητας του ανήλικου δράστη και όχι την πράξη που τελέ-
στηκε. Βλ. τέλος και ρητή σχετική αναφορά στην Αιτιολογική Έκθεση του Ν 3860/2010.