Previous Page  17 / 28 Next Page
Information
Show Menu
Previous Page 17 / 28 Next Page
Page Background

Α. Δικαιοδοσία δικαστηρίων κράτους κατοικίας εναγομένου 45

που μάλιστα δέχθηκε ότι συνέτρεχε σιωπηρή παρέκταση της κατά τόπον αρμοδιότη-

τας του πρωτοδικείου του Πειραιά επειδή οι εναγόμενοι είχαν αμφισβητήσει μόνο τη

διεθνή δικαιοδοσία των ελληνικών δικαστηρίων και όχι ειδικά την κατά τόπον αρμο-

διότητα).

Ειδική μνεία αξίζει εδώ στην ΠΠρΘεσσ 7264/2011 (

ΙΣΟΚΡΆΤΗΣ

): Μία εταιρία με κατα-

στατική έδρα στην Κύπρο και, κατά τους ισχυρισμούς της, πραγματική έδρα στη Θεσ-

σαλονίκη, ενήγαγε μία εταιρία με έδρα στην Αθήνα (για την έδρα § 25 κατωτ.) ενώ-

πιον του Πρωτοδικείου της Θεσσαλονίκης για την πληρωμή αμοιβής για υπηρεσί-

ες παρασχεθείσες στην Κέρκυρα, στη βάση, όπως φαίνεται, είτε της δωσιδικίας του

άρθρ. 33 ΚΠολΔ (τόπος κατάρτισης της σύμβασης) είτε του άρθρ. 5(1)(α) ΚΒΙ (τόπος

εκπλήρωσης της επίδικης παροχής κατ’ άρθρ. 321 ΑΚ – οφειλή κομίσιμη ως χρημα-

τική, με εφαρμοστέο στη σύμβαση παροχής υπηρεσιών το ελληνικό δίκαιο). Το Πρω-

τοδικείο της Θεσσαλονίκης απέρριψε την αγωγή για έλλειψη διεθνούς δικαιοδοσίας,

πρώτον γιατί δεν αποδείχθηκε κατάρτιση της σύμβασης στη Θεσσαλονίκη (άρθρ. 33

ΚΠολΔ) και δεύτερον γιατί δεν αποδείχθηκε ότι η ενάγουσα και δανείστρια της επί-

δικης χρηματικής παροχής είχε την έδρα της στη Θεσσαλονίκη (άρθρ. 5(1)(α) ΚΒΙ σε

συνδ. με άρθρ. 321 ΑΚ). Ανεξάρτητα από το γεγονός ότι η επίδικη σύμβαση ήταν πα-

ροχής υπηρεσιών και άρα κατ’ εφαρμογή του άρθρ. άρθρ. 5(1)(β) ΚΒΙ έπρεπε να λη-

φθεί υπόψη η χαρακτηριστική παροχή και ο τόπος εκπλήρωσής της στην Κέρκυρα

(§§ 46 επ. κατωτ.), η απόφαση είναι εσφαλμένη γιατί, δεδομένου ότι η εναγόμενη

εταιρία είχε την έδρα της στην Ελλάδα, τα ελληνικά δικαστήρια είχαν πράγματι διεθνή

δικαιοδοσία και άρα το πρωτοδικείο όφειλε όχι να απορρίψει την αγωγή ως απαρά-

δεκτη αλλά να παραπέμψει τη δίκη στο σύμφωνα με τον Κώδικα Πολιτικής Δικονομί-

ας κατά τόπον αρμόδιο δικαστήριο της Αθήνας, ως αυτό της κατοικίας της εναγομέ-

νης.

Josi

(2000) (σημ. 34, 36-37, 43, 50 & 54): […] το σύστημα διεθνούς δικαιοδοσίας

που καθιερώνεται […] στηρίζεται στον βασικό κανόνα […] κατά τον οποίο τα πρό-

σωπα που έχουν την κατοικία τους στο έδαφος συμβαλλόμενου κράτους ενάγονται

ενώπιον των δικαστηρίων του κράτους αυτού, ανεξάρτητα από την ιθαγένεια των

διαδίκων.- Μόνο κατά παρέκκλιση από τη θεμελιώδη αυτή αρχή της διεθνούς δι-

καιοδοσίας των δικαστηρίων του συμβαλλόμενου κράτους στο έδαφος του οποί-

ου ο εναγόμενος έχει την κατοικία ή έδρα του η Σύμβαση προβλέπει […] περιπτώ-

σεις […] στις οποίες ο εναγόμενος που κατοικεί ή είναι εγκατεστημένος σε συμβαλ-

λόμενο κράτος μπορεί, όταν η κατάσταση εμπίπτει σε κανόνα περί ειδικής βάσεως

διεθνούς δικαιοδοσίας, ή πρέπει, όταν η κατάσταση εμπίπτει σε κανόνα αποκλειστι-

κής διεθνούς δικαιοδοσίας ή όταν πρόκειται για παρέκταση διεθνούς δικαιοδοσίας,

να μην εναχθεί ενώπιον δικαστηρίου του κράτους της κατοικίας του και να εναχθεί

ενώπιον δικαστηρίου άλλου συμβαλλόμενου κράτους.- Στο πλαίσιο αυτό, τα τμή-

ματα 2 έως 6 του τίτλου II της Συμβάσεως περιέχουν ορισμένες ειδικές διατάξεις οι

οποίες, για τον καθορισμό του δικαστηρίου που έχει διεθνή δικαιοδοσία, αποκλί-

νουν από το γενικό κριτήριο της κατοικίας του εναγόμενου με το να αναγνωρίζουν