Previous Page  21 / 28 Next Page
Information
Show Menu
Previous Page 21 / 28 Next Page
Page Background

Α. Δικαιοδοσία δικαστηρίων κράτους κατοικίας εναγομένου 49

(

Somafer

(1978)) είτε και σε άλλο κράτος μέλος (

Campenon

(1995)), τόσο στο στάδιο

της σύναψης όσο και σε αυτό της εκτέλεσης συμβάσεων (ΕφΠειρ 546/2006,

ΠειρΝ

2006, 440)

διαφορετικά, αν το παράρτημα έχει ρόλο «γραφείου», απλώς διαβιβαστι-

κό μεταξύ της αγοράς όπου είναι εγκατεστημένο και του κυρίως οίκου που βρίσκε-

ται σε άλλο κράτος μέλος, δεν έχει τον χαρακτήρα εγκατάστασης ή υποκαταστήματος

(

Blanckaert

(1981)). Η νομολογία χαρακτηρίζεται πάντως από ρευστότητα, μέχρι του

σημείου όπου στην απόφαση

Schotte

(1987) κρίθηκε (εσφαλμένα μάλλον) πως πα-

ράρτημα μπορεί να συνιστά ακόμη και η μητρική της εναγομένης!

Blanckaert

(1981) (σημ. 9, 11 & 12): […] ένα από τα ουσιώδη στοιχεία που χαρα-

κτηρίζουν την έννοια του υποκαταστήματος και του πρακτορείου είναι η υπαγω-

γή τους στη διεύθυνση και στον έλεγχο της μητρικής επιχειρήσεως.- Εξάλλου […]

η έννοια του υποκαταστήματος, του πρακτορείου ή οιασδήποτε άλλης εγκαταστά-

σεως υποδηλώνει κέντρο εμπορικής δραστηριότητας που εκδηλώνεται κατά τρό-

πο διαρκή προς το εξωτερικό ως η προέκταση της μητρικής επιχειρήσεως, διαθέ-

τει διεύθυνση και είναι υλικά εξοπλισμένο ώστε να δύναται να διαπραγματεύεται

υποθέσεις με τρίτους κατά τέτοιο τρόπο ώστε οι τρίτοι, αν και γνωρίζουν ότι ενδε-

χομένως θα δημιουργηθεί έννομη σχέση με τη μητρική επιχείρηση, της οποίας η

έδρα είναι στο εξωτερικό, απαλλάσσονται της υποχρεώσεως να απευθυνθούν ευ-

θέως προς αυτή και δύνανται να συνάπτουν συμβάσεις στο κέντρο εμπορικής δρα-

στηριότητας που αποτελεί την προέκτασή της.- […] από το κριτήριο, δυνάμει του

οποίου ένα «υποκατάστημα, πρακτορείο ή άλλη εγκατάσταση» […] πρέπει να γίνε-

ται από τους τρίτους ευχερώς αντιληπτό ως προέκταση της μητρικής επιχειρήσεως,

προκύπτει ότι η σχέση υποταγής στη διεύθυνση και στον έλεγχο της μητρικής αυτής

επιχειρήσεως δεν υφίσταται όταν ο αντιπρόσωπος της μητρικής επιχειρήσεως δύ-

ναται «βασικά να οργανώνει ελεύθερα τη δραστηριότητά τους και να καθορίζει το

χρόνο εργασίας του» (…) χωρίς η μητρική επιχείρηση να δύναται να του δίδει σχε-

τικές οδηγίες, όταν ταυτοχρόνως έχει την ευχέρεια να αντιπροσωπεύει περισσότε-

ρους οίκους που ανταγωνίζονται μεταξύ τους στην παραγωγή ή το εμπόριο όμοιων

ή παρόμοιων προϊόντων και τέλος όταν δεν μετέχει ενεργώς στη διεκπεραίωση ή

την εκτέλεση των υποθέσεων, αλλά περιορίζεται κυρίως στη διαβίβαση των παραγ-

γελιών στον οίκο που αντιπροσωπεύει. Η σύμπτωση των τριών αυτών προϋποθέ-

σεων αποκλείει τη δυνατότητα να χαρακτηρισθεί ένας οίκος, ο οποίος συγκεντρώ-

νει τα χαρακτηριστικά αυτά, ως κέντρο εμπορικής δραστηριότητας που εμφανίζεται

κατά τρόπο διαρκή ως προέκταση της μητρικής επιχειρήσεως.

Οι υπαγόμενες διαφορές.-

Διαφορές που σχετίζονται με την εκμετάλλευση του πα-

ραρτήματος μπορεί να αφορούν, σύμφωνα με την απόφαση

Somafer

(1978), είτε την

εσωτερική λειτουργία του είτε την προς τα έξω δραστηριότητά του. Παραδείγματα δι-

αφορών της πρώτης κατηγορίας είναι δύσκολο να εξευρεθούν, και οι διαφορές μετα-

ξύ του παραρτήματος και της κύριας εγκατάστασης δεν υπάγονται στη δικαιοδοτική

βάση αυτή. Αντίθετα, σύμφωνα με την ίδια απόφαση, οι προς τα έξω ενέργειες του

παραρτήματος είναι συνήθεις: σύναψη συμβάσεων στο όνομα της μητρικής επιχείρη-

σης ή εξωσυμβατικές ενοχές που οφείλονται σε πράξεις ή παραλείψεις του παραρτή-

28