Previous Page  20 / 36 Next Page
Information
Show Menu
Previous Page 20 / 36 Next Page
Page Background

4

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Σε αυτές τις διαδικασίες κατά μία άποψη ανήκει και η διαιτησία, καθώς και άλλες

κυρίως γνωμοδοτικές προς τους ενδιαφερομένους μορφές επίλυσης που έχουν ανα-

πτυχθεί στις ΗΠΑ (όπως το Settlement Conference και το Early Neutral Evaluation).

Προεξέχοντα ρόλο στις μεθόδους εναλλακτικής επίλυσης των διαφορών κατέχει

η διαμεσολάβηση.

ΙV.

Η διαμεσολάβηση φαίνεται να κερδίζει όλο και περισσότερo έδαφος και να

προτιμάται σε σχέση με άλλες μεθόδους επίλυσης διαφορών, τουλάχιστον από τον

επιχειρηματικό κόσμο.

Η Διαμεσολάβηση συνίσταται σε εκείνη τη διαδικασία κατά την οποία οι αντι-

μαχόμενες πλευρές με την βοήθεια ενός τρίτου ουδετέρου προσώπου, συστηματικά

απομονώνουν τα σημεία διαφωνίας τους με σκοπό να αναπτύξουν εναλλακτικές προ-

τάσεις, να εξετάσουν άλλες επιλογές και να καταλήξουν σε συναινετική επίλυση της

διαφοράς, η οποία εξυπηρετεί τις ανάγκες τους (βλπ. L.Boule, M.Nesic,

Mediation

,

εκδ. Butterworths, 2001, σελ. 4).

Σύμφωνα με τον ορισμό που περιέχει η Οδηγία 2008/52/ΕΚ της 21ης Μαΐου

2008 για ορισμένα θέματα διαμεσολάβησης σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, κα-

θώς και ο πρόσφατα ψηφισθείς από τη Βουλή νόμος 3898/2010 «για τη Διαμεσολά-

βηση σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις»

,

ως Διαμεσολάβηση νοείται:

Διαρθρωμένη

διαδικασία ανεξαρτήτως ονομασίας, στην οποία δύο ή περισσότερα μέρη μιας διαφοράς επι-

χειρούν εκουσίως να καταλήξουν σε συμφωνία σχετικά με την επίλυση της διαφοράς τους,

με τη βοήθεια διαμεσολαβητή

(άρθρο 4, β).

Όπως σαφώς προκύπτει από τους παραπάνω ορισμούς, η Διαμεσολάβηση δεν

είναι απλώς ένα άρθρο στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας ούτε ακόμη μία δικονο-

μική διαδικασία. Ορώμενη ως τέτοια, είναι βέβαιο, ότι θα είναι, όπως έχει δείξει η

μέχρι σήμερα εμπειρία, παντελώς άχρηση.

Είναι κάτι περισσότερο, πολύ ευρύτερο.

Από πλευράς διαδικασίας, η Διαμεσολάβηση μπορεί να γίνει ακόμη και χωρίς να

έχει ασκηθεί αγωγή, και μόνο εκ του γεγονότος, ότι έχει προκύψει διαφορά / διένεξη.

Στην περίπτωση αυτή, η ύπαρξη ειδικού νομοθετικού πλαισίου δεν είναι απαραίτητη:

αρκεί η βούληση και η συμφωνία των μερών (άρθρο 361 ΑΚ) ότι θα προσπαθήσουν

να επιλύσουν τη διαφορά τους φιλικά, με τη βοήθεια του διαμεσολαβητή. Την διαμε-

σολάβηση ενδέχεται να επιλέξουν τα μέρη ακόμη και όταν η διαφορά εκκρεμεί στο

Εφετείο, αλλά και μετά την έκδοση της απόφασης. Εξαρτάται από τα πραγματικά συμ-

φέροντα των πλευρών και από την συνειδητοποιημένη επιλογή τους να επιταχύνουν

την επίλυση της διαφοράς τους (άρθρο 3 του νόμου).

Από πλευράς ουσίας, την διαμεσολάβηση δεν απασχολεί το δίκαιο ή το άδικο

με βάση τις ισχύουσες στη διαφορά νομοθετικές διατάξεις. Τη διαμεσολάβηση δεν

απασχολεί το αποδεικτικό υλικό, ούτε τα συμπεράσματα που προκύπτουν από την

επεξεργασία του. Είναι μία ευέλικτη διαδικασία, η οποία επιτρέπει να δημιουργηθεί

νέος τρόπος σκέψης για την αντιμετώπιση των διενέξεων και παρέχει στα μέρη τη βε-