Previous Page  30 / 40 Next Page
Information
Show Menu
Previous Page 30 / 40 Next Page
Page Background

§ ΙΔ. Η ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΣΤΟ ΕΓΚΛΗΜΑ ΚΑΙ Η ΣΥΝΩΜΟΤΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ

81

Πρόβλημα στην κοινή εγκληματική επιχείρηση είναι και πάλι τα ιδιόχειρα ή τα ιδι-

αίτερα εγκλήματα, όπου αναγκαστικά γίνεται προσφυγή στη συμμετοχή, θα πρόκει-

ται δηλαδή τότε ηθική αυτουργία του extraneus σε υπηρεσιακό έγκλημα του υπαλ-

λήλου, συνέργεια γυναίκας σε βιασμό άλλης κλπ. Η όλη κατασκευή αποσκοπεί στην

άρση αποδεικτικών δυσχερειών

, στηρίζεται στο

υποκειμενικό

άδικο και είναι εξό-

χως

κανονιστική-αντιφυσιοκρατική

(ασφαλώς δε έτσι και δυνάμει επικίνδυνη για τα

ατομικά δικαιώματα). Mετά την εφετειακή απόφαση στην υπόθεση

Tadi

του ad hoc

Διεθνούς Δικαστηρίου για την πρώην Γιουγκοσλαβία, είναι ιδιαίτερα διαδεδομένη

στο

οικουμενικό ποινικό δίκαιο

, όπου ιδίως στην πιο ευρεία της μορφή συνεπάγε-

ται ευθύνη των αποφασισάντων το έγκλημα και για υπερβάσεις του κοινού σχεδί-

ου από ανεξέλεγκτους εκτελεστές του, υπό τον «ισχνό» όρο να όφειλαν οι πρώτοι να

γνωρίζουν την πιθανότητα να επισυμβεί τέτοια υπέρβαση. Έτσι, η ευθύνη από το κοι-

νό εγκληματικό εγχείρημα τείνει να τραπεί σχεδόν σε εν τοις πράγμασιν κόλουρη που

τιμωρείται όμως ως πλήρης. Ας σημειωθεί ότι η κατασκευή και του

οργανωμένου

εγκλήματος

στηρίζεται εδώ (βλ. σχετικά κατωτέρω υπό ΙΔ. 8. 1. 7, ΙΔ. 10)

137

.

μα, είναι άσχετος

με την έννοια ότι ο τραυματισμός του θύματος

δεν μπορεί παρά να θεωρη-

θεί ως πιθανή συνέπεια

της επίθεσης που δέχθηκε με μαχαίρια και από τους δύο κατηγορου-

μένους. Επιπλέον […] ο κατηγορούμενος […] τον άρπαξε από τον λαιμό ακινητοποιώντας τον

ενώ ταυτόχρονα δεχόταν κτυπήματα στο σώμα από τον κατηγορούμενο […]. Ο βαθμός συμ-

μετοχής ως εκ τούτου του κατηγορουμένου […] στο αδίκημα

δεν μπορεί να θεωρηθεί περι-

θωριακός

λόγω του γεγονότος ότι δεν υπάρχει άμεση μαρτυρία ότι χρησιμοποίησε και αυτός

το μαχαίρι που κρατούσε κατά την επίθεση εναντίον του θύματος. Αντιθέτως, προκύπτει ότι

συμμετείχε από κοινού με τον κατηγορούμενο […] στην πραγμάτωση του ήδη από κοινού δι-

αμορφωμένου παράνομου σκοπού για επίθεση και τραυματισμό του παραπονουμένου. Ούτε

προκύπτει […] ότι ο κατηγορούμενος […] καθ’ όλη την διάρκεια του επεισοδίου αποσύρθη-

κε ή έστω έκανε προσπάθεια

να αποσυρθεί του παράνομου σκοπού

[…]» (οι εμφάσεις δικές

μου). Βλ. επίσης Κακουργιοδικείο Λευκωσίας,

Δημοκρατία ν. Sarbjit Singh κ. ά.

(υπόθ. υπ’

αρ. 8000/2010) της 4.4.2011.

137. Βλ. Card 2008: 754, όπου και συγκριτική αξιολόγηση της αυστραλιανής στάσης έναντι της μό-

νο σποραδικής αποδοχής της κατασκευής από τη βρετανική νομολογία, με αφορμή τις απο-

φάσεις

Osland v R

(1998) και

Stewart and Schofield

(1995), αντίστοιχα, την οποία ο συγ-

γραφέας υποβάλλει σε κριτική ως μη αντιπροσωπευτική της βρετανικής αντίληψης, στο βαθ-

μό που διαφοροποιεί το «κοινό εγχείρημα» από το συμμετοχικό άδικο (ό.π.π.: 778). Για τον

υποκειμενικό καταλογισμό στο JCE, βλ. και Sullivan 1994: passim. Για την ευρύτητα της κατα-

σκευής του JCE στο Ποινικό Δίκαιο των Εθνών, βλ. και Papacharalambous 2011: 91-9. Την τά-

ση υπερέκτασης της κοινής ευθύνης, βλ. χαρακτηριστικά στην

Pinkerton et al. v US

(1946).

Πρβλ. τις (δυσχερείς) προσπάθειες της επιστήμης και της νομολογίας στις ΗΠΑ για την περι-

στολή του αξιοποίνου βάσει της απόφασης αυτής, σε Noferi 2006: passim. Βλ. για το JCE στο

διεθνές ποινικό δίκαιο επίσης Weigend 2012: 788. Συνολικά κριτικός για την κατασκευή, ιδί-

ως για την εκτεταμένη της μορφή, αν και δέχεται την ύπαρξη κοινής ευθύνης που δεν ανάγε-

ται απόλυτα στην ατομική τοιαύτη, ο Ohlin 2007: passim, ο ίδιος 2012: passim (και δη 281-

90). Βλ. επίσης και τους συναφείς φόβους ισοπέδωσης των μορφών συμμετοχής που εκφρά-

ζει ο Satzger 2009: passim. Την αναδρομή σε ένα είδος αλληλέγγυας συμμετοχής χωρίς φυ-

σικό αυτουργό αντί της κατασκευής του ‘JCE’ και εν όψει των προβλημάτων του, εισηγείται

ο Fletcher 2011: passim. Εν μέρει υπέρ της κατασκευής καθ’ όσον αφορά τους ηγήτορες ή

πνευματικούς εμπνευστές του συστημικού αδίκου, ο Van der Wilt 2007: passim. Επί μέρους

απλώς αλλαγές και διαφοροποιήσεις προτείνει ο Cassese 2007: passim, ενώ η Gustafson

2007: passim αποδεσμεύει τη θεμελίωση του ‘JCE’ από την απαίτηση «ρητής συμφωνίας»