Previous Page  48 / 52 Next Page
Information
Show Menu
Previous Page 48 / 52 Next Page
Page Background

[13]

ΤΟ ΕΝΔΙΚΟ ΜΕΣΟ ΤΗΣ ΕΦΕΣΗΣ

448

Γ. ΚΟΥΚΟΥΤΣΗΣ / Γ. ΣΚΟΥΛΟΥΔΗΣ / Π. ΜΑΡΙΝΑΚΗΣ

ωκόμενο σκοπό. Ενόψει των ανωτέρω, η νομοθετική πρόβλεψη καταβολής αναλογι-

κού παραβόλου για την άσκηση έφεσης επί φορολογικών υποθέσεων, είναι αντίθετη

με το άρθρο 20 παρ. 1 του Συντάγματος, κατά το μέρος που οι ανωτέρω διατάξεις του

άρθρου 171 του Κ.Φ.Δ. (ήδη 277 του ΚΔΔ) δεν θεσπίζουν ένα ανώτατο όριο (οροφή)

στο ποσό του καταβλητέου παραβόλου, καθώς επίσης κατά το μέρος που οι διατάξεις

αυτές δεν προβλέπουν τη δυνατότητα αποδόσεως του ως άνω καταβληθέντος ποσού

όχι μόνο επί αποδοχής της έφεσης, αλλά και κατόπιν δικαστικής κρίσεως περί του δι-

καιολογημένου της άσκησης αυτής. β) Με την ΣτΕ 58/2010

[ΔιΔικ 22,882]

κρίθηκε ότι

η κατά το άρθρο 277 παρ. 3 του ΚΔΔ θέσπιση, προκειμένου περί χρηματικών φορο-

λογικών διαφορών, της, επί ποινή απαραδέκτου, υποχρέωσης καταβολής αναλογι-

κού παραβόλου έφεσης, ανερχόμενου σε ποσοστό δύο τοις εκατό του αντικειμένου

της διαφοράς, χωρίς να καθορίζεται στο νόμο ανώτατο όριο (οροφή) για το ποσό τον

καταβλητέου παραβόλου, αντίκειται στο άρθρο 20 παρ. 1 του Συντάγματος, διότι δύ-

ναται, αναλόγως του μεγέθους του αντικειμένου της διαφοράς, όπως το μέγεθος αυ-

τό καθορίζεται από τον νόμο, να οδηγήσει σε ύψος παραβόλου τέτοιο που να υπερα-

κοντίζει το σκοπό της επιβολής του, που είναι η αποτροπή της απερίσκεπτης άσκη-

σης αστήρικτων εφέσεων, και να καθιστά υπερμέτρως δυσχερή την άσκηση του εν-

δίκου μέσου. Ως αντισυνταγματικές, δε, οι περί καταβολής του αναλογικού παραβό-

λου ως άνω διατάξεις του ΚΔΔ δεν είναι εφαρμοστέες σε κάθε περίπτωση, ανεξαρτή-

τως του ύψους του παραβόλου που θα προέκυπτε από την εφαρμογή τους στη συ-

γκεκριμένη διαφορά. γ) Με την ΣτΕ 2867/2012

[ΕΔΚΑ ΝΕ’, 851]

κρίθηκε ότι σε περί-

πτωση άσκησης κοινής προσφυγής από περισσότερους, εφόσον η απαίτηση ή η οφει-

λή τους είναι σε ολόκληρο, καταβάλλεται από όλους μαζί ένα μόνο παράβολο, αν δε

η απαίτηση ή η οφειλή τους είναι διαιρετή, καταβάλλεται από καθέναν ολόκληρο το

ποσό του παραβόλου. Η καταβολή του πιο πάνω παραβόλου τάσσεται, κατ’ αρχήν,

ως προϋπόθεση του παραδεκτού της προσφυγής (άρθρο 31 παρ. 2 του Ν 703/77 και

άρθρο 277 παρ. 1 ΚΔΔ), η δε τύχη του (κατάπτωση, διπλασιασμός ή απόδοση στον

προσφεύγοντα) συναρτάται με την έκβαση και τις εν γένει περιστάσεις της δίκης, κατά

τους ειδικότερους ως άνω ορισμούς των σχετικών διατάξεων του Κ.Δ.Δ. Ενόψει των

ρυθμίσεων αυτών και του κατά τον κρίσιμο χρόνο ύψους του εν λόγω παραβόλου, η

υποχρέωση καταβολής του - που αποβλέπει στην αποτροπή άσκησης απερίσκεπτων

ενδίκων βοηθημάτων και, συνακόλουθα, στην εύρυθμη λειτουργία των δικαστηρί-

ων και την αποτελεσματική απονομή της δικαιοσύνης - δεν αντίκειται στα περί παρο-

χής δικαστικής προστασίας άρθρα 20 παρ. 1 του Συντάγματος και 6 παρ. 1 της Σύμβα-

σης της Ρώμης για την προάσπιση των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιω-

δών ελευθεριών (Ε.Σ.Δ.Α.) ούτε στην κατοχυρωμένη από το άρθρο 25 παρ. 1 του Συ-

ντάγματος αρχή της αναλογικότητας (πρβλ. ΣτΕ 1852/2009 Ολ., 1583/2010 Ολ.). Σε

περίπτωση, επομένως, μη καταβολής ή μη πλήρους καταβολής παραβόλου, η προ-

σφυγή είναι απορριπτέα ως απαράδεκτη και δεν υφίσταται, περαιτέρω, από τις ανω-

τέρω διατάξεις, υποχρέωση του διοικητικού δικαστηρίου να καλέσει τον διάδικο ή

τον πληρεξούσιο δικηγόρο του, ο οποίος οφείλει να γνωρίζει τις νόμιμες υποχρεώ-