Previous Page  41 / 52 Next Page
Information
Show Menu
Previous Page 41 / 52 Next Page
Page Background

ΕΦΕΣΗ

[13]

Γ. ΚΟΥΚΟΥΤΣΗΣ / Γ. ΣΚΟΥΛΟΥΔΗΣ / Π. ΜΑΡΙΝΑΚΗΣ

441

ποσό της διαφοράς δεν έχει κανενός είδους περιοδικότητα, σύμφυτη με την έννοια

της οποίας είναι η αξίωση για την επ’ αόριστον επανάληψη της παροχής. Επομένως,

η διαφορά αυτή, με τα ως άνω χαρακτηριστικά, δεν εμπίπτει στην εν λόγω εξαιρετι-

κή, και άρα στενώς ερμηνευτέα, διάταξη

[ΣτΕ 2558/2007, πρβλ. ΣτΕ Ολ. 4134/2000]

. Η

ανωτέρω ερμηνεία ενισχύεται και από την προέλευση της διάταξης αυτής από τη δι-

άταξη των παρ. 6 και 10 του άρθρου 12 του Ν 2298/1995, με την οποία θεσπίστη-

κε για πρώτη φορά το σχετικό απαράδεκτο λόγω κατάργησης της δίκης, το οποίο

αφορούσε αποκλειστικά τις αιτήσεις αναίρεσης του Δημοσίου και των νομικών προ-

σώπων δημοσίου δικαίου, η θεσπισθείσα δε εξαίρεση των περιοδικών παροχών,

προφανώς, σκοπούσε στην διασφάλιση του αναιρετικού ελέγχου χάριν του Δημο-

σίου ή του νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου λόγω του περιοδικού - κατά την

ανωτέρω έννοια - χαρακτήρα των παροχών αυτών. Τυχόν δε ισχυρισμοί, στην περί-

πτωση αυτή, ότι η κρινόμενη διαφορά έχει συγκεκριμένη επίπτωση σε άλλα ασφα-

λιστικά του δικαιώματα, μπορεί να προβάλλονται στο πλαίσιο της επιτρεπτής κατά

το νόμο προβολής ισχυρισμών για την ύπαρξη ευρύτερων οικονομικών επιπτώσε-

ων της διαφοράς. Κατά τη γνώμη όμως της μειοψηφίας, η έφεση ασκείται παραδε-

κτώς, χωρίς να τίθεται ζήτημα ποσού της διαφοράς, σε κάθε περίπτωση που η δια-

φορά αφορά περιοδικές παροχές, ανεξαρτήτως αν οι παροχές αυτές είναι ή δεν είναι

δυνατόν να προσδιοριστούν κατά χρόνο, ειδικότερα δε στην περίπτωση που η δι-

αφορά αφορά το χρόνο έναρξης καταβολής της περιοδικής παροχής

[βλ. ΣτΕ 3274-

5/2002, 1100/2003, 3463/2003, 285/2006, 1974/2006 επταμ., 1042/2008 επταμ., 2910/2008,

170/2009, 408/2009, 941/2009, 945/2009, 1422/2009, 1771/2009 κ.ά., πρβλ. ΣτΕ 53/2008

Ολ., 3532/2009 κ.ά.]

. Τούτο διότι: α) Το σαφές γράμμα της διάταξης της παρ. 4 του άρ-

θρου 53 του ΠΔ 18/1989, που προστέθηκε με το άρθρο 36 παρ. 3 του Ν 2721/1999,

αναφέρεται γενικώς σε περιοδικές παροχές, χωρίς να επιχειρεί οποιαδήποτε διάκρι-

ση. Δεδομένου δε ότι η διάταξη αυτή θεσπίζει προϋπόθεση παραδεκτού της αίτη-

σης αναιρέσεως, δεν είναι ακολουθητέα η συσταλτική, αντίθετη προς το γράμμα της

διάταξης, ερμηνεία, με την οποία εισάγεται το ασαφές κριτήριο της προσδοκίας γένε-

σης νέας υποχρέωσης για παροχή με μόνη την πάροδο του χρόνου. β) Ούτε από το

κείμενο του νόμου ούτε από τις σχετικές εισηγητικές εκθέσεις προκύπτει ότι ο νομο-

θέτης σκοπούσε τον περιορισμό του πεδίου εφαρμογής της διάταξης στις περιοδι-

κές παροχές αορίστου χρόνου. Αντιθέτως, από τη διάταξη της παρ. 2 του άρθρου 35

του Ν 3772/2009 (ΦΕΚ Α’ 112), με την οποία αντικαταστάθηκε τελικά η μνημονευθεί-

σα παρ. 4 του άρθρου 53 του ΠΔ 18/1989, και σύμφωνα με την οποία δεν τίθεται θέ-

μα ποσού διαφοράς, εφόσον αυτή αφορά, μεταξύ άλλων, τη θεμελίωση του δικαιώ-

ματος σε εφάπαξ παροχή και τον καθορισμό του ύψους της, προκύπτει ότι ο νομοθέ-

της εξαιρεί ρητά από το απαράδεκτο λόγω ποσού και διαφορές που αφορούν ασφα-

λιστικές παροχές με συγκεκριμένο χρηματικό αντικείμενο ανεξάρτητα από το ύψος

τους. Εξάλλου, κατά την ίδια γνώμη, σε διαφορές όπως η επίδικη, η αφετηρία κατα-

βολής της περιοδικής παροχής, εκτός από το ότι καθορίζει το χρονικό σημείο από το

οποίο συγκεκριμένο πρόσωπο καθίσταται δικαιούχος της παροχής αυτής, με όλες τις