Previous Page  42 / 52 Next Page
Information
Show Menu
Previous Page 42 / 52 Next Page
Page Background

[13]

ΤΟ ΕΝΔΙΚΟ ΜΕΣΟ ΤΗΣ ΕΦΕΣΗΣ

442

Γ. ΚΟΥΚΟΥΤΣΗΣ / Γ. ΣΚΟΥΛΟΥΔΗΣ / Π. ΜΑΡΙΝΑΚΗΣ

έννομες συνέπειες που η μεταβολή αυτή συνεπάγεται (όπως, μπορεί να είναι, για πα-

ράδειγμα, το εφαρμοστέο νομοθετικό καθεστώς - πρβλ. ΣτΕ 3920/1998), είναι δυνα-

τόν να επηρεάσει στο μέλλον και άλλες έννομες σχέσεις του ασφαλισμένου (όπως,

για παράδειγμα, σε περίπτωση συνταξιοδότησης ασφαλισμένου από το ΙΚΑ - ΕΤΑΜ

λόγω γήρατος, ο χρόνος έναρξης καταβολής της κύριας σύνταξης αυτού επηρεάζει

την αφετηρία καταβολής της επικουρικής σύνταξης από το ΕΤΕΑΜ σύμφωνα με την

παρ. 2 του άρθρου 7 του Ν 997/1979 - ΦΕΚ Α’ 287). Συνεπώς, ενόψει των προεκτεθέ-

ντων, σε διαφορές, όπως η επίδικη, όπου αμφισβητείται ο χρόνος έναρξης καταβο-

λής της περιοδικής παροχής, το αντικείμενο της διαφοράς δεν εξαντλείται στην κατα-

βολή ή στην αναζήτηση του χρηματικού ποσού των περιοδικών παροχών που αντι-

στοιχεί στη διαφορετική αφετηρία καταβολής αυτών

[ΣτΕ 1913/2010 Ολ ΕΔΔΔ 55,376]

.

Γ. Έλλειψη νομοθετικής διάταξης που θεσπίζει το ανέκκλητο

Για την παραδεκτή άσκηση του ένδικου μέσου της έφεσης πρέπει να μην πρόκειται

για απόφαση δικαστηρίου, η οποία εκ του νόμου προβλέπεται ως ανέκκλητη. Σύμ-

φωνα με τον Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, ανέκκλητες είναι οι αποφάσεις: α) που

εκδίδονται επί διαφορών από διοικητικές συμβάσεις, β) που παραπέμπουν στο αρ-

μόδιο δικαστήριο, γ) που εκδίδονται για τον λόγο ότι η υπόθεση ανήκει στην αρ-

μοδιότητα του δικαστηρίου με ελάσσονα σύνθεση, δ) που εκδίδονται σε συμβού-

λιο για τη δήλωση αποχής δικαστών, ε) που απορρίπτουν αίτηση εξαίρεσης δικα-

στών, στ) που εκδίδονται επί εκλογικών διαφορών σε νομαρχιακές αυτοδιοικήσεις

47

,

ζ) που εκδίδονται επί αντιρρήσεων κατά τη σύλληψη

48

, η) που εκδίδονται επί διαφο-

ρών που αναφύονται κατά την εκλογική διαδικασία στα ΝΠΔΔ

49

.

Άλλη διαφορά που ο νόμος την ορίζει ως ανέκκλητη είναι αυτή που προβλέπεται από

το άρθρο 114 παρ. 5 του Ν 1892/1990. Η εν λόγω διάταξη προβλέπει την καταβολή ει-

δικής αποζημίωσης που επιβάλλεται με πρωτόκολλο του οικείου δασάρχη στον κύ-

ριο, νομέα ή κάτοχο αυθαιρέτου. Η προβλεπόμενη αυτή «ειδική αποζημίωση» αποτε-

λεί, κατ’ ουσία, διοικητική κύρωση επιβαλλόμενη για την διατήρηση αυθαίρετης κα-

τασκευής εντός δάσους ή δασικής εκτάσεως και όχι αποζημίωση για την αυθαίρετη

χρήση δημόσιας δασικής εκτάσεως. Δεδομένου δε ότι η επιβολή της εξυπηρετεί τον

δημόσιο σκοπό της προστασίας των δασών και δασικών εκτάσεων της χώρας και γί-

νεται κατά ειδική διοικητική διαδικασία, οι γεννώμενες από την έκδοση του οικείου

πρωτοκόλλου διαφορές είναι διοικητικές και, επομένως, η επίλυσή τους ανήκει στην

δικαιοδοσία των διοικητικών δικαστηρίων. Περαιτέρω, αντικείμενο των διαφορών

αυτών δεν είναι η νομιμότητα της διοικητικής πράξης, με την οποία κρίνεται αν κτίσμα

έχει ανεγερθεί ή όχι εντός δάσους, εφόσον το ζήτημα αυτό έχει ήδη επιλυθεί στο πλαί-

σιο της ακυρωτικής δίκης που διεξάγεται κατά τα οριζόμενα στην παρ. 3 του ίδιου άρ-

47. Άρθρο 245 παρ. 1 του ΚΔΔ.

48. Άρθρο 243 παρ. 6 του ΚΔΔ.

49. Άρθρο 268 παρ. 1 του ΚΔΔ.

49

50