Previous Page  44 / 52 Next Page
Information
Show Menu
Previous Page 44 / 52 Next Page
Page Background

[13]

ΤΟ ΕΝΔΙΚΟ ΜΕΣΟ ΤΗΣ ΕΦΕΣΗΣ

444

Γ. ΚΟΥΚΟΥΤΣΗΣ / Γ. ΣΚΟΥΛΟΥΔΗΣ / Π. ΜΑΡΙΝΑΚΗΣ

Ν 2579/1998. Από την υποχρέωση αυτή ο ιδιώτης διάδικος δεν μπορεί να απαλλαγεί

παρά μόνον αν τύχει του ευεργετήματος της πενίας

52

.

Η καταβολή του παραβόλου αποτελεί προϋπόθεση του παραδεκτού της άσκησης της

έφεσης, το οποίο κρίνεται σύμφωνα με τον νόμο που ίσχυε κατά το χρόνο δημοσι-

εύσεως της απόφασης

[ΔΕφΑθ 223/2009]

.

Επομένως, για την άσκηση έφεσης κατ’ από-

φασης διοικητικού πρωτοδικείου που δημοσιεύθηκε πριν από την έναρξη ισχύος

του κυρωθέντος με το Ν 2717/1999 Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, εφαρμογή

έχει, ως προς το καταβλητέο παράβολο (ανεξαρτήτως αν η καταβολή του μπορεί να

θεωρηθεί ή όχι ως διαδικαστική πράξη κατά την έννοια του άρθρου 278 του εν λό-

γω Κώδικα), η διάταξη του άρθρου 63 του ΠΔ 341/1978, έστω και αν το παράβολο

αυτό καταβληθεί μετά την έναρξη ισχύος του ανωτέρω Κώδικα, ενόψει της ευχέρει-

ας που παρείχε η παράγραφος 2 του εν λόγω άρθρου 63 του ΠΔ 341/1978 για την

καταβολή του μέχρι την πρώτη συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο

[ΣτΕ 3951,

3388/2005, 3426/2007, 723, 2772, 3242/2008]

Κατά τον χρόνο δημοσίευσης της εκκα-

λούμενης απόφασης του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου το ποσό του παραβόλου της

κρινόμενης έφεσης ανερχόταν σε 3.000 δρχ ή 9 ευρώ. Έτσι, κρίθηκε ότι το επιπλέον

ποσό του παραβόλου 41 ευρώ, που κατέθεσαν οι εκκαλούντες, βάσει του άρθρου

35 του Ν 3659/2008 με το οποίο αναπροσαρμόστηκε το παράβολο από 9 σε 50 ευ-

ρώ (ισχύς από 8.6.2008), θα πρέπει να επιστραφεί σε αυτούς, ανεξαρτήτως της έκβα-

σης της παρούσας δίκης, στην κατ’ ουσία έρευνα της υποκείμενης διαφοράς, δεδο-

μένου ότι το παραδεκτό της κρινόμενης έφεσης, προϋπόθεση του οποίου αποτελεί η

καταβολή του παραβόλου, κρίνεται σύμφωνα με τον νόμο που ίσχυε κατά τον χρό-

νο δημοσίευσης της απόφασης (βλ. άρθρο 83 παρ. 2 του ΚΔΔ σχετ. ΣτΕ 723/2008,

3426/2007, 3388/2005, 704/2005)

[ΔΕφΑθ 240/2009]

. Αντίθετη νομολογία, ωστόσο,

θεωρεί ότι κρίσιμος χρόνος γένεσης της σχετικής υποχρέωσης είναι ο χρόνος συζή-

τησης της έφεσης ανεξάρτητα από το χρόνο άσκησής της

[ΔΕφΑθ 38/2009]

.

Εκ των ανωτέρω συνάγεται, όπως δέχεται η κρατούσα άποψη, ότι δύο είναι τα κρί-

σιμα χρονικά σημεία που σχετίζονται με το παράβολο και καθιστούν το ένδικο μέ-

σο της έφεσης παραδεκτό. Το πρώτο είναι το χρονικό σημείο δημοσίευσης της προ-

σβαλλόμενης απόφασης και το δεύτερο ο χρόνος συζήτησης της υπόθεσης. Από αυ-

τά, το μεν πρώτο καθορίζει το νομοθετικό καθεστώς, δυνάμει του οποίου το δικα-

στήριο θα κρίνει την υποχρέωση καταβολής παραβόλου, το δε δεύτερο αφορά στο

πραγματικό γεγονός της εκπλήρωσης της δικονομικής υποχρέωσης. Από το πρώτο

σημείο γεννάται οικονομική υποχρέωση στο πλαίσιο της διοικητικής δίκης, η οποία

μπορεί να εκπληρωθεί έως το δεύτερο χρονικό σημείο. Για την άσκηση έφεσης κατά

52. Έχει υποστηριχθεί η άποψη

[βλ. μειοψηφία στην ΣτΕ 1065/2002]

ότι σε περίπτωση αδυναμίας

καταβολής παραβόλου η απαλλαγή του διαδίκου από τη σχετική υποχρέωση πηγάζει απευ-

θείας από τη διάταξη του άρθρου 20 παρ. 1 του Συντάγματος. Βλ. ακόμη

Κ. Γιαννόπουλος,

Η

αντισυνταγματικότητα της διάταξης για την εκ μέρους του ιδιώτη διαδίκου καταβολή του πα-

ραβόλου της έφεσης, ό.π., σελ. 894.

53