Previous Page  56 / 64 Next Page
Information
Show Menu
Previous Page 56 / 64 Next Page
Page Background

Γ΄ Μέρος

ΤΟ ΔΙΚΑΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

218

παρ. 2 ΣυνθΛΕΕ)

420

είναι το Γενικό Δικαστήριο, ενώ για τις αποφάσεις του τελευταίου,

αρμόδιο είναι το Δικαστήριο (άρθρο 256 παρ. 1 εδ. 2 ΣυνθΛΕΕ).

Επιπλέον, σύμφωνα με το άρθρο 256 παρ. 3 εδ. β΄ ΣυνθΛΕΕ, οι αναιρετικές απο-

φάσεις, που εκδίδει το Γενικό Δικαστήριο (επί των αποφάσεων των ειδικευμένων δι-

καστηρίων), «μπορούν κατ’ εξαίρεση να επανεξετάζονται από το Δικαστήριο, σύμ-

φωνα με τους όρους και τους περιορισμούς, που προβλέπονται από τον Οργανισμό,

εφόσον υπάρχει σοβαρός κίνδυνος να θιγεί η ενότητα ή η συνοχή του δικαίου της

Ένωσης», ενώ η παρ. 3 εδ. β΄ του αυτού άρθρου προβλέπει την ίδια δυνατότητα για

τις αποφάσεις του Γενικού Δικαστηρίου επί προδικαστικών ερωτημάτων. Πρόκειται

για δυνατότητα που προβλέφθηκε για πρώτη φορά με τη Συνθήκη της Νίκαιας και

αποσκοπεί στην αποφυγή αντικρουόμενων αποφάσεων, που ενδέχεται να προκύ-

ψουν από την αναβάθμιση του ρόλου του Γενικού Δικαστηρίου. Έτσι, αποφεύγεται

και το φαινόμενο της αναίρεσης (από το Δικαστήριο) των ήδη αναιρετικών αποφάσε-

ων του Γενικού Δικαστηρίου.

Κατ’ αυτό τον τρόπο, το Δικαστήριο επιβεβαιώνεται στην κορυφή του δικαιοδο-

τικού συστήματος της Ένωσης, ενώ το Γενικό Δικαστήριο διατηρεί σχέση ιεραρχικά

ανώτερη (λόγω της δυνατότητας αναίρεσης) έναντι των ειδικευμένων δικαστηρίων

(δηλαδή, για την ώρα, του Δικαστηρίου Δημόσιας Διοίκησης).

Β. Η ένδικη προστασία ενώπιον του δικαστή της Ε.Ε.

1. Προσφυγή λόγω παράβασης από κράτος μέλος

υποχρέωσης εκ των Συνθηκών

Η προσφυγή λόγω παράβασης υποχρέωσης κοινοτικού δικαίου αναπτύσσεται

παράλληλα με τη δράση του εθνικού δικαστή, την οποία και συμπληρώνει. Ενώ ο

εθνικός δικαστής αναλαμβάνει ως κοινός δικαστής τη διασφάλιση της κοινοτικής νο-

μιμότητας στο επίπεδο του εσωτερικού δικαίου, έχοντας τη δυνατότητα να στραφεί

στο ΔΕΕ μέσω του προδικαστικού ερωτήματος, στην περίπτωση της προσφυγής λόγω

παράβασης υποχρέωσης, το ΔΕΕ εξετάζει κατ’ εξαίρεση ευθέως τη συμπεριφορά του

κράτους μέλους έναντι των κοινοτικών του υποχρεώσεων. Πρόκειται δηλαδή για επι-

κουρικό δικαστικό έλεγχο που ασκείται από το ΔΕΕ. Αυτός ο επικουρικός χαρακτήρας

του δικαστικού ελέγχου που ασκείται από το ΔΕΕ δικαιολογείται από το γεγονός ότι η

κοινοτική και η εθνική έννομη τάξη είναι διακριτές μη επιτρέποντας τον άμεσο έλεγ-

χο και κυρίως την κυρωτική αρμοδιότητα του κοινοτικού δικαστή με όρους γνωστούς

από την εθνική έννομη τάξη. Έτσι για παράδειγμα η έκδοση εθνικού νόμου αντίθετου

στο κοινοτικό δίκαιο δεν παρέχει δικαίωμα ακύρωσης από τον κοινοτικό δικαστή,

καθόσον κάτι τέτοιο θα έθετε υπό αμφισβήτηση την αυτονομία της εσωτερικής έννο-

μης τάξης έναντι της κοινοτικής. Η προσφυγή κατά κράτους μέλους αρκείται κατ’ άρ-

420. Παραδόξως, το κείμενο του άρθρου 256 παρ. 2 ΣυνθΛΕΕ αναφέρεται σε «προσφυγές»

κατά των αποφάσεων των ειδικευμένων δικαστηρίων, το οποίο ενδεχομένως αφήνει

ανοιχτό το ενδεχόμενο να θεσπιστεί στο μέλλον δυνατότητα «έφεσης» κατά των πρωτό-

δικων αποφάσεων. Αν και στην περίπτωση αυτή ο όρος «προσφυγή» δεν είναι δόκιμος.