312
Μ. ΠΑΠΑΧΡΗΣΤΟΥ
ΕΝΔΙΚΑ ΜΕΣΑ ΚΑΤΑ ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ
το απαράδεκτο των πρόσθετων λόγων (βλ. σχετικά
Κονταξή
, ό.π., σελ. 3123, ΑΠ 103/1961
ΠοινΧρ 1961, 277, ΑΠ 733/1984 ΠοινΧρ 1985, 36, ΑΠ 999/1989 ΠοινΧρ 1990, 303, ΑΠ
15/2000 ΠραξΛογΠΔ/Κείμενα Ποιν. Αποφ. ΑΠ 2000 (επιμέλεια
Γ. Συλίκος/Φ. Κλάδη
), ΑΠ
1216/2000 ΠραξΛογΠΔ/Κείμενα Ποιν. Αποφ. ΑΠ 2000 (επιμέλεια
Γ. Συλίκος/Φ. Κλάδη
),
ΑΠ 1001/2010 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 109/2011 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 486/2011 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ
27/2011 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1264/2015 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Ο σκοπός θεσπίσεως του χρονικού
αυτού διαστήματος θα πρέπει να αναζητηθεί στην ανάγκη προετοιμασίας του εισαγγελέα
του Αρείου Πάγου καθώς και των υπολοίπων (: εκτός, δηλαδή, του ίδιου του αναιρεσείο-
ντα) διαδίκων που μετέχουν στη συζήτηση της αιτήσεως αναιρέσεως για την, ανάλογα με
τα συμφέροντά τους, υποστήριξη ή απόκρουση των πρόσθετων λόγων αναιρέσεως (βλ. ΑΠ
733/1984, ό.π., ΑΠ 1001/2010, ό.π., βλ. επίσης σχετικά
Γιώτη
, Πρόσθετοι λόγοι αναιρέσε-
ως των ποινικών αποφάσεων και των βουλευμάτων κατά τον ΚΠΔ (άρθρα 485, 509
κ.λπ.),
Θέμις 1951,441 επ.). Ως προς τον τρόπο υπολογισμού της παραπάνω προθεσμίας επιση-
μαίνονται τα εξής:
α)
Για τον υπολογισμό της δεκαπενθήμερης προθεσμίας δεν λαμβάνο-
νται υπόψη τόσο η ημέρα της καταθέσεως του εγγράφου των πρόσθετων λόγων όσο και
η ημέρα της συζητήσεως της αναιρέσεως, κατ’ εφαρμογή της ρητής προβλέψεως του άρ-
θρου 168 παρ. 1 εδ. β΄ ΚΠΔ (: ΑΠ 447/1984 ΠοινΧρ 1984, 862, ΑΠ 331/1998 ΠοινΧρ 1998,
976, ΑΠ 137/2000 ΠραξΛογΠΔ/Κείμενα Ποιν. Αποφ. ΑΠ 2000 (επιμέλεια
Γ. Συλίκος/Φ. Κλά-
δη
), ΑΠ 602/2000 ΠραξΛογΠΔ/Κείμενα Ποιν. Αποφ. ΑΠ 2000 (επιμέλεια
Γ. Συλίκος/Φ. Κλά-
δη
), ΑΠ 13/2001 Αρμ 2002, 284, όπου παρατηρήσεις
Ζαχαριάδη
= ΠΛογ 2001, 51, = Πραξ-
ΛογΠΔ 2001, 23,
Φράγκος,
ό.π., σελ. 1201).
β)
Στη νομολογία του Ακυρωτικού μας υπάρ-
χει διχογνωμία σχετικά με το εάν μπορεί να τύχει εφαρμογής στο πεδίο των πρόσθετων λό-
γων αναιρέσεως η πρόβλεψη του άρθρου 168 παρ. 1 εδ. β΄ ΚΠΔ, σύμφωνα με την οποία
«αν η τελευταία ημέρα της προθεσμίας είναι εξαιρετέα, η προθεσμία παρεκτείνεται έως και
την επόμενη μη εξαιρετέα ημέρα»
. Συγκεκριμένα, έχει κριθεί ότι ο χρόνος μέχρι τον οποίο ο
αναιρεσείων έχει ευχέρεια να καταθέσει τους πρόσθετους λόγους αναιρέσεως δεν έχει τον
χαρακτήρα προθεσμίας υπέρ αυτού για ενέργεια ορισμένης πράξης, αλλά ούτε και αναλογι-
κώς μπορεί να εφαρμοστεί η διάταξη του άρθρου 168 παρ. 1 εδ. β΄ ΚΠΔ, ούτως ώστε εάν η
τελευταία ημέρα κατά την οποία έπρεπε να κατατεθεί το δικόγραφο των προσθέτων λόγων
συμπέσει με εξαιρετέα ημέρα ή Σάββατο, τότε αυτό πρέπει να κατατεθεί την αμέσως προη-
γούμενη εργάσιμη ημέρα και όχι την επομένη, γιατί διαφορετικά, η 15νθήμερη προθεσμία,
την οποία ήθελε ο νομοθέτης να παρεμβάλλεται τουλάχιστον μεταξύ καταθέσεως προσθέ-
των λόγων και συζητήσεως της αιτήσεως αναιρέσεως, θα είναι μειωμένη κατά μια ή περισ-
σότερες ημέρες (: ΑΠ 733/1984, ό.π.,·ΑΠ 1001/2010, ό.π.,
Κονταξής
, ό.π., σελ. 3123). Κα-
τά μια επιεικέστερη άποψη στη νομολογία του Αρείου Πάγου έχει κριθεί ότι το αρ. 168 παρ.
1 εδ. α΄ και β΄ ΚΠΔ εφαρμόζεται επί προπαρασκευαστικών αποφάσεων, ούτως ώστε εάν
η τελευταία ημέρα της 15νθήμερης προθεσμίας συμπίπτει με εξαιρετέα ημέρα ή Σάββατο,
η προθεσμία να παρεκτείνεται μέχρι την μη εξαιρετέα ημέρα, εκτός εάν αυτή συμπίπτει με
την ημέρα της δικασίμου (: ΑΠ 1553/2006 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 200/2008 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ,
Φρά-
γκος,
ό.π., σελ. 1201). Η αυστηρή αρεοπαγιτική αντίληψη δίκαια κατακρίνεται από τη θεω-