Η έννοια της αναθέτουσας αρχής
79
ριγραφική αναφορά με τις ως άνω φράσεις, αφήνει στη θεωρία περιθώριο
αμφισβήτησης. Συγκεκριμένα, διατυπώθηκε η άποψη ότι όταν η νομολογία
αναφέρει ότι ένα νομικό πρόσωπο ενεργεί μόνο «για λογαριασμό» του κρά-
τους, δεν σημαίνει ότι υιοθετεί το θεσμό της έμμεσης αντιπροσώπευσης του
αστικού δικαίου
242
, αλλά μία
sui
generis
μορφή αντιπροσώπευσης
243
.
Ο F. Moderne διατύπωσε την άποψη ότι η ανεξαρτησία την οποία απολαύ-
ει ο παραχωρησιούχος κατά την εκτέλεση μίας υπηρεσίας αυξάνει την ευθύ-
νη του
244
, πάντα συγκριτικά με εκείνη του εντολοδόχου του αστικού δικαίου,
πράγμα το οποίο συνηγορεί, κατά την άποψή του, υπέρ της στοιχειοθέτησης
της έννοιας της διοικητικής εντολής
245
. Παρόλο που αρχικά το Conseil d’Έtat
είχε κρίνει ότι στο πλαίσιο του διοικητικού δικαίου ο εντολέας μεταβιβάζει
στον εντολοδόχο μόνο την άσκηση της δημόσιας εξουσίας, ενώ ο ίδιος πα-
ραμένει φορέας της και, κατά συνέπεια, φέρει την ευθύνη για την εκτέλεση
της ανατεθειμένης αρμοδιότητας
246
, στη συνέχεια μετέβαλε άποψη δεχόμενο
ότι κύριος του έργου είναι ο εντολοδόχος
247
. Η θεωρία αναγνωρίζει στη με-
ταστροφή της νομολογίας του Conseil d’Έtat ότι αυτή τείνει να παραδεχτεί
το έννομο αποτέλεσμα που συνήθως, κατά το ιδιωτικό δίκαιο, συνεπάγεται
η δικαιοπραξία της εντολής
248
.
Με την πάροδο μάλιστα του χρόνου η έννοια της εντολής στο χώρο του δι-
οικητικού δικαίου αποκτά μία αυτοτελή,
sui
generis
μορφή, αυτονομούμενη
από την έννοια του αστικού δικαίου
249
και καταλήγει να ταυτίζεται με την έν-
νοια της παραχώρησης
250
. Τo Conseil d’Έtat έκρινε ότι το σύστημα δικαιω-
code des marchés publics…, ό.π., σελ. 559.
242. Βλ. D. Alexandre,
Mandat – Définition et caractères distinctifs
, Juriscl. Civ., Fasc. 1,
art. 1984 à 1990, no 64, 80 και 85· F. Llorens,
Mandat et code des marchés publics
…,
ό.π., σελ. 582-589.
243. Βλ. M. Canedo,
Le mandat administratif,
L.G.D.J., Paris 2001, σελ. 208 επ.
244. Βλ. C.E., 10-03-1971,
Sieur Maurin
, R. σελ. 199· C.E., 07-01-1927,
Triller
, RDP 1927,
σελ. 65 [70] = S. 1927-III, σελ. 22· L. Dubray-Roussel,
La maîtrise d’ouvrage publique
déléguée: les rapports entre mandats et mandataires
, Contr. publics 2009, σελ. 62
[64]. Πρβλ. M. Larsy, Προτ., T.C. 08-07-1963,
Société Entreprise Peyrot
, D. 1963-J,
σελ. 534.
245. Βλ. F. Moderne,
Les sociétés d’ aménagement urbain, mandataires de collectivités
locales: une clarification jurisprudentielle
, RFDA 1988, σελ. 402.
246. Βλ. C.E., 28-04-1989,
Commune de Largentière
, Quot. Jur. 13 Φεβρουαρίου 1990, no
18, σελ. 11.
247. Βλ. C.E., 17-02-1993,
Société d’ équipement de l’ Auvergne
, Revue des Marchés
Publics no 274, Ιούνιος 1993, σελ. 17∙ C.E., 20-01-1992,
Ville de Talant, Société d’
économie mixte d’ aménagement de l’ agglomération dijonnaise
(αίτ. 46624-46728).
248. Βλ. Ph. Le Tourneau,
Encyclopédie Dalloz
, Vo Mandat, no 1, 2 και 52· D. Alexandre,
Définition et caractères distinctifs
, Juriscl. Civ., Fasc. 1, no 3 και 4· M. Canedo, ό.π.,
σελ. 75.
249. Βλ. M. Canedo, ό.π., σελ. 95 επ.
250. Ό.π., σελ. 153: «η σύμβασηπου χαρακτηρίζεται «παραχώρηση»…στην πραγματικότητα