Table of Contents Table of Contents
Previous Page  30 / 34 Next Page
Information
Show Menu
Previous Page 30 / 34 Next Page
Page Background

ΚΕΦ. Ζ. Το έγκλημα της δυσφήμησης

113

ισχυρισμούς ή διαδόσεις γεγονότων, που αμφισβητούν το κοινωνικοηθικό status

του συγκεκριμένου ατόμου, συνιστάμενο στο ότι

αυτός έχει υποπέσει σε σημαντι-

κά νομικά και ηθικοκοινωνικά παραπτώματα ή ότι ελλείπουν στο πρόσωπό του κά-

ποιες σημαντικές ιδιότητες και ικανότητες

277

, οι οποίες όμως θα πρέπει να συνάγο-

νται από συγκεκριμένες πράξεις ή παραλείψεις του περί ου ο λόγος προσώπου

278

. Kαι

ενώ βεβαίως γίνεται δεκτό ότι η κρίση αυτή περί υπάρξεως ιδιοτήτων ή αντιθέτως πε-

ρί ελλείψεώς τους πρέπει να τεκμηριώνεται σε συγκεκριμένη και εξειδικευμένη αν-

θρώπινη συμπεριφορά, το ζήτημα αποκτά μια ποινικά ενδιαφέρουσα σημασία στην

περίπτωση που αυτή υπονοεί

εμμέσως

μία επίμεμπτη συμπεριφορά; Ο

Lilienthal

αναφέρει την περίπτωση του ισχυρισμού περί «ελλείψεως παρθενίας μίας αγάμου

νεάνιδος», ο οποίος ισχυρισμός (αν σκεφθεί κανείς ότι τέθηκε ως παράδειγμα εργα-

σίας στις αρχές του προηγούμενου αιώνα) τεκμηρίωνε άμεσα δυσφήμηση της νεανί-

δος, υπονοώντας ότι είχε προγαμιαίες σεξουαλικές σχέσεις. Τι θα λέγαμε όμως εάν τε-

λικά η έλλειψη παρθενίας της οφειλόταν σε πράξη βιασμού της; Μήπως τελικά δεν

πρέπει να εμπιστευόμαστε τέτοιες εμμέσως υπονοούμενες συμπεριφορές; Κι αυτό,

γιατί τελικά στην έννοια της δυσφήμησης υπάγεται αυτή η υπονοούμενη εμμέσως

συμπεριφορά και όχι από μόνη της η έλλειψη της συγκεκριμένης φυσικής ιδιότητας

της νεανίδος. Δηλαδή, στο προαναφερθέν παράδειγμα δυσφημηστικός δεν ήταν από

μόνος του ο ισχυρισμός περί ελλείψεως παρθενίας της νεάνιδος, αλλά ο υπονοηθείς

με αυτήν ότι αυτή είχε προγαμιαίες σεξουαλικές σχέσεις. Συνεπώς, σε όσες περιπτώ-

σεις η έλλειψη φυσικής ιδιότητας κάποιου προσώπου υπονοεί μία μεμπτή κοινωνι-

κοηθικά συμπεριφορά του, θα πρέπει να ερμηνευθεί αυτή αντικειμενικά και να μπο-

ρεί να της προσαφθεί μία ορισμένου είδους εξατομικευμένη πράξη και όχι κάποια

άλλη

279

. Μία απόφαση του Αρείου Πάγου

280

, η οποία και λόγω των τότε επικρατου-

σών ιστορικών συγκυριών, απέδειξε τη δυνατότητα διάστασης εμφανούς πραγματι-

κότητας και υπονοούμενης τοιαύτης και τη σημασία καθεμιάς απ’ αυτές για το έγκλη-

μα της δυσφήμησης, ήταν η εξής: Την εποχή της δικτατορίας του 1967 κάποιος ψη-

φοφόρος αποκάλεσε υποψήφιο δήμαρχο ακριτικής πόλης: «Βούλγαρε». Το ότι αυ-

277. Ο πρώτος, που ασχολήθηκε επισταμένως με το θέμα των προσωπικών ιδιοτήτων και ικα-

νοτήτων ως στοιχείου δυσφημηστικού για κάποιον, ήταν ο

Karl Lilienthal,

στη μελέτη του:

Üble Nachrede und Verleumdung, περιλαμβανόμενη στο συνολικό έργο: Vergleichende

Darstellung des Deutschen und Auslädischen Strafrechts, Besonderer Teil, IV τόμ., 1906, σελ.

376 επ. (και ιδίως σελ. 396-397).

278. Διότι αλλιώς ελλείπει η βασική προϋπόθεση του γεγονότος να είναι αποδεικτικώς ελέγξιμο.

Έτσι π.χ. ο ισχυρισμός

«ο Α είναι βλαξ»

αποτελεί απλή αξιολογική κρίση, υπαγόμενη στην

ύλη της εξύβρισης, η οποία αναβαθμίζεται σε δυσφήμηση, εάν προστεθεί στην ανωτέρω φρά-

ση:

«όπως συνάγεται από το ότι δεν μπορεί να περάσει ούτε ένα μάθημα στη σχολή του».

279. Έτσι ορθότατα και

Σπινέλλης

, Εγκλήματα κατά της τιμής, ό.π., σελ. 41. Βλ. και την απόφ. υπ’

αριθ. 531/1999 ΑΠ (ΠοινΧρ 2000, σελ. 149), όπου ο κατηγορούμενος ισχυρίσθηκε ενώπι-

ον τρίτων ψευδή γεγονότα για την τέως σύζυγό του και δη ότι αυτή είχε συνάψει εξωσυζυγικό

δεσμό με κάποιον συνάδερφό της, υπονοώντας πως δεν ήταν συνεπής στα καθήκοντα του γά-

μου της και άρα θα πρέπει να εκδοθεί το διαζύγιο εις βάρος της και να της αφαιρεθεί η επιμέ-

λεια των παιδιών τους.

280. Και συγκεκριμένα η υπ’ αριθ. ΑΠ 98/1968 (ΠοινΧρ 1968, σελ. 280).