ΚΕΦ. Ζ. Το έγκλημα της δυσφήμησης
117
ότι ενώ σ’ ένα τέτοιο συμβάν το πρώτο σκέλος μπορεί να επιλυθεί με σχετική ευκολία
(π.χ. πως αποδείχθηκε ότι ο Β δεν υπεξαίρεσε το ποσό, για το οποίο τον κατήγγειλε
ο Α), το δεύτερο όμως σκέλος, εάν π.χ. το γεγονός της μη υπεξαίρεσης στοιχειοθετεί
και δυσφημηστικό γεγονός σε βάρος του Α, δεν μπορεί να επιλυθεί μέσω μίας αυτο-
ματοποιημένης εξίσωσης, αλλά μέσω μίας ανάλυσης της βαρύτητας της σχετικής κα-
τηγορίας και της σχέσης της με την προσωπικότητα του ατόμου που αφορούσε. Γιατί,
όπως καταλαβαίνουμε, είναι άλλο πράγμα εάν ο Α είχε βάσιμες ενδείξεις ότι ο Β διέ-
πραξε τη συγκεκριμένη αξιόποινη πράξη εναντίον του και άλλη θα είναι η αξιολόγη-
ση εάν αποδειχθεί ότι ο Α είχε προηγούμενα εναντίον του Β και προσπάθησε να του
«φορτώσει» την ευθύνη για την περιουσιακή ζημία που υπέστη κατασκευάζοντας
ψευδή αποδεικτικά στοιχεία σε βάρος του. Το ότι η δίκη για τη συκοφαντική δυσφή-
μηση θα εκκινήσει από το γεγονός της μη διάπραξης υπεξαίρεσης του Β εναντίον του
Α είναι το ένα αναμφισβήτητο γεγονός. Αλλά η αξιολόγησή του εν όψει της δίκης της
συκοφαντικής δυσφήμησης εναντίον του Α θα διέλθει μέσα από μία σειρά από δια-
φορετικούς παράγοντες αντικειμενικούς και υποκειμενικούς, που θα επικεντρωθούν
στον λόγο και το σχετικά ή πλήρως αβάσιμο της πραγματοποιηθείσας καταγγελίας.
ΙΙΙ) Ο ισχυρισμός ή η διάδοση ενώπιον τρίτων
Το ότι ως ισχυρισμός νοείται η ανακοίνωση ενός γεγονότος, το οποίο εμφανίζεται ως
δική του γνώση ή πεποίθηση και αντιθέτως ότι διάδοση σημαίνει περαιτέρω αναμε-
τάδοση ενός ισχυρισμού, που έχει γίνει από κάποιον άλλον, χωρίς αναγκαστικά ο
ίδιος ο δράστης να τον υιοθετεί, είναι γνωστοί και μη αμφισβητούμενοι ως τρόποι
τέλεσης της δυσφήμησης
291
. Το ενδιαφέρον ζήτημα εντοπίζεται στον τρόπο, με τον
οποίο γίνεται ο ισχυρισμός ή η διάδοση του δυσφημηστικού γεγονότος. Ο ποινικός
νομοθέτης, χρησιμοποιώντας την ορολογία:
ισχυρισμός ή διάδοση του μειωτικού
της τιμής ή της υπόληψης γεγονότος προϋποθέτει μία σαφήνεια του περιεχομένου
τους ως προς τον αποδέκτη τους
. Με άλλα λόγια, ο γεγονοτικός πυρήνας αυτού του
ισχυρισμού ή της διάδοσης θα πρέπει να παραμείνει αναλλοίωτος, τουλάχιστον ως
προς το σημείο εκείνο που υποδηλώνει την προσβολή της τιμής του θιγομένου προ-
σώπου. Έχει σημασία το γεγονός ότι ο ποινικός νομοθέτης χρησιμοποιεί στο άρθρο
362 ΠΚ ως τρόπο διατύπωσης του ισχυρισμού και της διάδοσης:
«με οποιονδήποτε
τρόπο».
Και δεν αναφέρομαι στον διαδικαστικό τρόπο διατύπωσης, που μπορεί φυ-
σικά να είναι γραπτός ή προφορικός, αλλά στο κατά πόσον είναι δυνατόν
το δυσφη-
μηστικό αυτό γεγονός να διαδοθεί με «απόλυτη βεβαιότητα, με σαφήνεια ή συγκα-
λυμμένα»
292
. Όμως, στην περίπτωση που υπάρχει συγκαλυμμένη μετάδοση του επί-
291. Βλ. σχετικά ΑΠ 79/2015 (Α Δημοσίευση Νόμος), ΑΠ 171/2015 (Α Δημοσίευση Νόμος), ΑΠ
1362/2000 (ΠοινΧρ 2001, σελ. 518), ΑΠ 1459/2000 (ΠοινΧρ 2000, σελ. 706). Κατά τις οποίες:
«Ως ισχυρισμός θεωρείται η ανακοίνωση, η οποία προέρχεται ή από ίδια πεποίθηση ή γνώμη
ή από μετάδοση από τρίτο πρόσωπο. Αντίθετα, διάδοση υφίσταται, όταν λαμβάνει χώρα με-
τάδοση της ανακοινώσεως που γίνεται σε άλλον».
292. Έτσι
Συμεωνίδου – Καστανίδου
, ό.π., σελ. 444. Ομοίως και ο
Σπινέλλης
, Το έννομον αγαθόν
της τιμής, ό.π., σελ. 349, όσον αναφορά το πραγματικόν (έκδηλον ή υποκρυπτόμενον) αντι-