Previous Page  40 / 52 Next Page
Information
Show Menu
Previous Page 40 / 52 Next Page
Page Background

[13]

ΤΟ ΕΝΔΙΚΟ ΜΕΣΟ ΤΗΣ ΕΦΕΣΗΣ

440

Γ. ΚΟΥΚΟΥΤΣΗΣ / Γ. ΣΚΟΥΛΟΥΔΗΣ / Π. ΜΑΡΙΝΑΚΗΣ

συγκρότηση ή σύνθεσή του, γ) αν η διαφορά έχει ως αντικείμενο περιοδική παρο-

χή, δ) αν πρόκειται για φορολογική διαφορά με αντικείμενο την αναγνώριση ζημί-

ας, η οποία δεν καλύπτεται με συμψηφισμό του συνολικού εισοδήματος που προσ-

διορίστηκε με την πρωτόδικη απόφαση αλλά είναι εκπεστέα από το φορολογητέο ει-

σόδημα επόμενων οικονομικών ετών, εφόσον το ποσό της εκπεστέας ζημίας υπερ-

βαίνει τα 1.500 ευρώ, ε) αν πρόκειται για επιβολή προστίμου κατά παράβαση των

διατάξεων του ΚΒΣ, εφόσον προβάλλεται από τον διάδικο και προκύπτει, κατά τρό-

πο συγκεκριμένο, ότι η επίλυση της διαφοράς έχει γι’ αυτόν ευρύτερες οικονομικές

επιπτώσεις. Η περ. ε’ προστέθηκε με το άρθρο 10 παρ. 2 του Ν 3659/2008. Πιο συ-

γκεκριμένα, η προβλεπόμενη εξαίρεση από τον κανόνα του απαραδέκτου λόγω πο-

σού όσον αφορά τις περιοδικές παροχές αποβλέπει στη διασφάλιση του δευτερο-

βάθμιου ελέγχου σε υποθέσεις περιοδικών παροχών κατά τις οποίες ναι μεν το αντι-

κείμενο της διαφοράς κατά το χρόνο άσκησης της έφεσης είναι κατώτερο του προ-

βλεπόμενου ορίου, πλην όμως λόγω της φύσης των παροχών αυτών, που κατά το

νόμο επαναλαμβάνονται κατά τακτά χρονικά διαστήματα και παράγονται με μόνη

την πάροδο του χρόνου, επάγονται σε μεταγενέστερο χρόνο συνέπειες ανώτερες του

εν λόγω ορίου. Για την ταυτότητα δε του λόγου στην ως άνω εξαίρεση εμπίπτει και η

περίπτωση στην οποία το αντικείμενο της διαφοράς αφορά επικουρική σύνταξη ανα-

πηρίας για ορισμένο χρονικό διάστημα χορηγούμενη από το ΕΤΕΑΜ. Τούτο δε διότι

σύμφωνα με το άρθρο 18 του Καν. Ασφ. του ΙΚΑ η συμπλήρωση ορισμένου χρόνου

συνεχούς συνταξιοδότησης λόγω αναπηρίας παρέχει άνευ ετέρου στον ασφαλισμέ-

νο το δικαίωμα για την επ’ αόριστον χορήγηση της σχετικής παροχής

[ΣτΕ 389/2010

ΘΠΔΔ 3,553]

. Έτσι, κρίθηκε ότι ενόψει του σκοπού της διάταξης του άρθρου 92 παρ.

4 περ. γ’ του ΚΔΔ - η οποία αποβλέπει στη διασφάλιση του δευτεροβάθμιου ελέγ-

χου σε υποθέσεις περιοδικών παροχών, κατά τις οποίες το μεν αντικείμενο της δια-

φοράς κατά το χρόνο άσκησης της έφεσης είναι κατώτερο του ανωτέρω ορίου, λόγω

όμως της φύσης των παροχών αυτών, που κατά το νόμο επαναλαμβάνονται κατά τα-

κτά χρονικά διαστήματα και παράγονται με μόνη την πάροδο του χρόνου, είναι δυ-

νατό να επάγονται σε μεταγενέστερο χρόνο συνέπειες ανώτερες του εν λόγω ορίου,

οι οποίες δεν είναι εκ των προτέρων ορισμένες - η εξαίρεση αυτή δεν μπορεί να τύ-

χει εφαρμογής, όταν ήδη κατά το χρόνο άσκησης της έφεσης δεν υφίσταται το στοι-

χείο της περιοδικότητας, δηλαδή της προσδοκίας γένεσης νέας υποχρέωσης για πα-

ροχή με μόνη την πάροδο του χρόνου, το δε ποσό της διαφοράς είναι, ενόψει των

συντρεχουσών συνθηκών, ορισμένο και είναι πλέον βέβαιο ότι δεν πρόκειται να αυ-

ξηθεί στο μέλλον. Τέτοια είναι η περίπτωση της διαφοράς που ανακύπτει από την

αμφισβήτηση σχετικά με το χρόνο έναρξης καταβολής περιοδικής παροχής, δεδομέ-

νου ότι στη περίπτωση αυτή αντικείμενο της διαφοράς είναι το ποσό που αντιστοιχεί

σε συγκεκριμένο αριθμό περιοδικών παροχών. Πρόκειται, δηλαδή, κατ’ ουσίαν, και

ασχέτως της απώτερης προέλευσης της αξίωσης από περιοδική παροχή, για αμιγώς

χρηματική διαφορά με αντικείμενο συγκεκριμένο ποσό, η αξίωση για την καταβολή

του οποίου ανάγεται σε συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, που ήδη παρήλθε, το δε